Ηθικισμός στην Ορθοδοξία; Όχι ευχαριστώ!

Ηθικισμός στην Ορθοδοξία; Όχι ευχαριστώ! (φωτογραφία)

H «αλλεργία» που πιάνει το σύγχρονο άνθρωπο (και μάλιστα το νέο) όταν ακούει για χριστιανισμό και παπάδες, οφείλεται στην άγνοια στοιχείων του αρχαίου (των πρώτων χιλίων ετών) και του ορθόδοξου χριστιανισμού, όπως:

1) Ότι σκοπός του χριστιανικού ηθικού αγώνα δεν είναι η αποφυγή αμαρτωλών πράξεων (αφήνοντας την ψυχή να βράζει από καταπιεσμένες επιθυμίες, που γεννούν παθολογικές καταστάσεις και κάποτε εκρήγνυνται), αλλά η «νέκρωση των παθών», δηλαδή των εξαρτήσεων που, ριζωμένες στα βάθη της ψυχοσωματικής μας ύπαρξης (όχι μόνο στο σώμα ή μόνο στην ψυχή), εμποδίζουν τον άνθρωπο να ανοιχτεί με αγάπη προς το Θεό, το συνάνθρωπο και τα άλλα πλάσματα της δημιουργίας. Αγνοεί επίσης όποιος πάσχει από την παραπάνω αλλεργία ότι το αποτέλεσμα αυτού του αγώνα δεν είναι κάποια «μετά θάνατον» ανταμοιβή, έναντι της ασκητικής στέρησης κάθε απόλαυσης στην παρούσα ζωή (πράγμα εξαιρετικά ύποπτο, αφού έτσι «η Εκκλησία σου πουλάει κάτι, που δε μπορείς να το ελέγξεις παρά μόνο μετά το θάνατό σου»), αλλά η εδώ και τώρα μεταβολή του ανθρώπου σε θείο ον, που μπορεί να συμβεί στον καθένα.

2) Ότι χαρακτηριστικό αυτού του αγώνα δεν είναι η πειθήνια αποδοχή κάποιων αυθαίρετων κατασκευασμένων «δογμάτων», άνωθεν επιβαλλόμενων με τη βία ή την προπαγάνδα, όπως συνέβη στη μεσαιωνική δύση, αλλά η άμεση γνώση του Θεού, συσσωρευμένη μέσα στους αιώνες και ελεγμένη τόσο προσεχτικά, όσο η γνώση σε κάθε άλλο τομέα, όσο κάθε επιστήμη ελέγχει τη γνώση που αποκτάται με τις μεθόδους της «πίστη», στην ορολογία της Βίβλου και των αγίων χριστιανών διδασκάλων, δε σημαίνει αποδοχή της ιδέας ότι υπάρχει Θεός (σημασία που έλαβε ο όρος στην εποχή μας), αλλά εμπιστοσύνη στο Θεό (για τον οποίο γνωρίζουμε με βεβαιότητα και δεν πιστεύουμε μόνον ότι υπάρχει) ότι η επαγγελία για τη μέλλουσα βασιλεία Του είναι αληθής.

3) Ότι οι εντολές του Θεού δεν είναι «νόμος», που η παράβασή του επιφέρει την (ανελέητη μάλιστα και αιώνια) τιμωρία του παντοδύναμου νομοθέτη προς τον αδύναμο παραβάτη, αλλά «αποκάλυψη στον κόσμο του τρόπου ζωής του Θεού» (της αγάπης) και οδηγίες προς τον άνθρωπο για μίμηση αυτού του τρόπου [βλ. π. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1996, σελ. 112.

Έτσι γεννήθηκε ο νεώτερος αθεϊσμός όλων των αποχρώσεων [από τη βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει Θεός (που συχνά εκφράστηκε επιθετικά, όπως στα κομμουνιστικά καθεστώτα) μέχρι την απλή αδιαφορία για σχέση με το Θεό, άσχετα αν υπάρχει ή όχι]. Γεννήθηκε από τη λανθασμένη ταύτιση του χριστιανισμού με τις νοσηρές δυτικές παραχαράξεις του (καθολικισμό και προτεσταντισμό), που ήταν φανερά αντίθετες στη διδασκαλία του Ιησού, όπως διατυπώνεται στην Καινή Διαθήκη, και συχνά έγιναν αφορμή να φερθούν με σκληρότητα στους ανθρώπους κάποιοι δήθεν «καθαροί», που τιτλοφορήθηκαν «αντιπρόσωποι του Θεού».

Το αυθεντικό χριστιανικό ήθος όμως το αντιλαμβάνεται σαφέστατα όποιος μελετήσει το ορθόδοξο αγιολόγιο. Εκεί θα βρει, καταγεγραμμένους ως αγίους, κάθε είδους περιθωριακούς ανθρώπους, αναλφάβητους, ζητιάνους, ανάπηρους (που δε θεραπεύτηκαν, όπως η σύγχρονη αγία Ματρώνα η αόμματη), νόθα παιδιά, ορφανά, δούλους, και φυσικά πόρνες και τελώνες, καθώς και ανθρώπους που διέπραξαν ποικίλα αμαρτήματα, υπήρξαν φονιάδες, δήμιοι, βασανιστές αγίων, μάγοι, ανελέητοι άρχοντες, βιαστές κ.τ.λ. Έχουν ωστόσο ένα κοινό μεταξύ τους και, θα έλεγα, μια μεγάλη διαφορά από εμάς: μετανόησαν ειλικρινά, σοβαρά και βαθιά. Γι’ αυτό αγίασαν.
Ένας ουμανιστής ηθικός άνθρωπος ή ηθικολόγος εδώ συνήθως αναρωτιέται: μήπως λοιπόν το αγιολόγιο είναι μια βίβλος αποθέωσης της διαφθοράς; Πώς ο χριστιανισμός διδάσκει ότι ο Θεός συγχωρεί τόσο γενναιόδωρα αποτρόπαιους αμαρτωλούς; Τι θα πει «μετανόησαν»; Η δικαιοσύνη απαιτεί να πληρώσουν!

Ανάλογη ερώτηση διατυπώνουν πολλοί, ακόμη και βαφτισμένοι ορθόδοξοι χριστιανοί, πνευματικά όμως αρχάριοι, σκανδαλισμένοι που ο Ιησούς δικαιώνει με τέτοιο τρόπο τον άσωτο υιό στην παραβολή του Λουκ. 15, 11-32 – όλοι βέβαια ταυτίζουν τον εαυτό τους με το «δίκαιο» μεγάλο αδελφό, όχι με τον άσωτο, κι αυτό δεν τους επιτρέπει να νιώσουν ανακούφιση, που η παραβολή τους δίνει ελπίδα σωτηρίας.

Κι όμως η παρουσία τόσων αμαρτωλών στα συναξάρια φανερώνει πως ο χριστιανισμός δεν είναι ηθικιστικός• δεν πετάει στα σκουπίδια τον αμαρτωλό, ούτε καταξιώνει την αμαρτία (κατά την παρερμηνεία άλλων, που νομίζουν πως για να γίνει άγιος κάποιος πρέπει οπωσδήποτε να έχει διαπράξει πολλές ή βαριές αμαρτίες), αλλά τον προσκαλεί σε σωτηρία μέσω της μετάνοιας, που είναι η μεταβολή του νου – «ούτε εγώ σε κατακρίνω• πήγαινε και μην αμαρτάνεις πια» είπε ο Ιησούς στη μοιχαλίδα που έσωσε από το λιθοβολισμό (κατά Ιωάννην, 8, 11).

Η σωτηρία του ανθρώπου που μετανοεί οφείλεται στο ότι η μετάνοια προκαλεί άνοιγμα της νοερής καρδιάς, που ήταν κλειστή από τα πάθη, τα οποία οδηγούσαν τον άνθρωπο στην αμαρτία, και επιτρέπει να μπει μέσα της η θεία χάρη, η ενέργεια του Θεού που αγιάζει, δηλαδή σώζει, τον άνθρωπο. Όσο εντονότερη είναι η μετάνοια, τόσο μεγαλύτερο γίνεται το άνοιγμα της καρδιάς και συνεπώς αφθονότερη η είσοδος της θείας χάριτος. Γι’ αυτό η «συντετριμμένη καρδία» οδηγεί και το μεγαλύτερο αμαρτωλό στην αγιότητα.

Όποιος δεν αντέχει να συνυπάρχει με τους αμαρτωλούς (νομίζοντας – ή κοροϊδεύοντας τον εαυτό του – ότι ο ίδιος «είναι αναμάρτητος» ή λιγότερο αμαρτωλός από τους άλλους ή εφοδιασμένος με μεγαλύτερα ελαφρυντικά) δύσκολα θα συμπαθήσει το χριστιανισμό. Εδώ δεν είναι μια ενάρετη ελίτ, όπως ίσως θα ήθελε για να ενταχθεί πανηγυρικά σ’ αυτήν, αλλά ένα νοσοκομείο, στο οποίο προσέρχονται άνθρωποι ηθικά ασθενείς με σκοπό να γίνουν υγιείς.

Aλέξανδρος Kαπελλάκης

Δημοσιεύθηκε στις στην σελίδα: www.lavaron.gr