Χριστός ἐνηνθρώπησε, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν

«Χριστός ἐνηνθρώπησε, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν»

τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Λεμεσοῦ κ. Ἀθανασίου

Ἡ περίοδος μέχρι τά Χριστούγεννα εἶναι ἰδιαίτερα εὐλογημένη  ἀπό τόν Θεό, γιατί μᾶς ὁδηγεῖ λειτουργικά καί ἑορταστικά πρός τήν κυρία ἡμέρα, ὅπου ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἑορτάζει τό γεγονός τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως ὅλες οἱ γιορτές τῆς Ἐκκλησίας μας ἔτσι καί τά Χριστούγεννα δέν ἔχουν ἕνα χαρακτήρα μόνο ἀναμνηστικό, ἀλλά κύριος σκοπός εἶναι νά μετάσχει ὁ ἄνθρωπος μέσα σ’αὐτή τή χάρη, πού δίνει ὁ Θεός διά τῶν ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας.

Εἶναι παρατηρημένο μέσα ἀπό τήν πείρα τῶν Ἁγίων καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας ὅτι αὐτές οἱ μέρες διακρίνονται γιά τήν ὑπερβάλλουσα χάρη ἡ ὁποία διαχέεται ἀπό τόν Θεό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα στούς πιστούς καί εἶναι σταθμοί μέσα στή ζωή μας ἀπό τούς ὁποίους μποροῦμε νά ἀντλήσουμε αὐτή τή χάρη καί τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Βέβαια, καθημερινά ἑορτάζουμε τό μυστήριο τῆς γεννήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου καί μετέχουμε σέ ὅλη τή ζωή τοῦ Κυρίου μέ τήν τέλεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς παρέδωσε κάποια πράγματα τά ὁποῖα τηρώντάς τα βοηθούμαστε νά προχωρήσουμε πνευματικά. Πρῶτα μᾶς ἑτοιμάζει μέ τήν περίοδο τῆς νηστείας. Ἡ νηστεία βοηθᾶ τόν ἄνθρωπο νά ξεκολλήσει τό μυαλό του ἀπό τά γήινα πράγματα, βοηθᾶ τόν νοῦ του στήν προσευχή, σπρώχνει τήν καρδία στήν ἀναζήτηση τῆς Θείας Χάριτος, κινεῖ τήν καρδία εἰς προσευχή καί ἕνωση μετά τοῦ νοός, καθαρίζει τό σῶμα ἀπό τίς ροπές πρός τά πάθη καί τήν ἁμαρτία. Γενικά ὡς μέσο τό ὁποῖο ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μᾶς παρέ- δωσε θεωρεῖται ἀπό τούς Πατέρες ὅτι εἶναι ἀπό τά πρῶτα καί βασικά ὅπλα στόν πνευματικό ἀγώνα. Βέβαια, νηστεία δέν εἶναι μόνο τῶν φαγητῶν. Εἶναι ἡ νηστεία ἀπό ὅλες μας τίς ἐπιθυμίες, στά ἔξοδα, ἐνδύματα, ἐκδηλώσεις, στό τί ἀκοῦμε καί στό τί βλέπουμε.

Ἐφόσον εἶναι καιρός νηστείας εἶναι καί καιρός ἐλεημοσύνης. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί κατά τή νηστεία διέθεταν τό ὑπόλοιπο τῶν χρημάτων πού τούς περίσσευε ἀπό τά καθημερινά πράγματα γιά  ἐλεημοσύνη. Ἄλλο πνευματικό ὅπλο εἶναι ἡ ἐξομολόγηση. Προσερχόμαστε στό μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, γιά νά καθαρίσουμε τήν ψυχή μας ἀπό ὅλα ὅσα ὡς ἄνθρωποι ἔχουμε προσλάβει μέσα στά καθημερινά μας γεγονότα καί τίς περιπέτειες τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς. Ὁ Θεός δέν ἀπαιτεῖ  νά γίνουμε ἀναμάρτητοι, γιατί αὐτό εἶναι ἔξω ἀπό τή φύση μας. Μέσα στήν ἀδυναμία μας βρισκόμαστε ἀντιμέτωποι μέ πάθη, ἁμαρτίες, ἀδυναμίες καί τίς ἐλλείψεις μας. Γιατί ἁμαρτία δέν εἶναι μόνο ἡ παράβαση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ, ἀλλά εἶναι καί ἡ ἔλλειψη τῆς ἀγάπης μας πρός τόν Θεό, ἡ βίωση τῆς στροφῆς τῆς ψυχῆς μας πρός τόν Θεό. Τό ὅτι δηλαδή καλούμεθα νά ἀγαπήσουμε ἀπόλυτα τόν Θεό καί ὅμως δέν μποροῦμε νά ἀνταποκριθοῦμε εἶναι ἡ οὐσία τῆς ἁμαρτίας μας.

Πέραν  τῆς νηστείας, ἐλεημοσύνης καί ἐξομολόγησης ἕνα ἄλλο πνευματικό ὅπλο εἶναι ἡ προσευχή.  Αὐτό τό διάστημα ἄν ὁ χριστιανός γεμίσει τόν χρόνο του μέ προσευχή , κυρίως μέ τή μονολόγηση τῆς νοερᾶς προσευχῆς καί τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ, θά ἔχει συνεχή κοινωνία μέ τόν Θεό, ἡ ὁποία ἑτοιμάζει τήν καρδία πρός τήν κοινωνία μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἕνας χριστιανός δέν περιμένει νά ἔρθουν οἱ 25 Δεκεμβρίου, γιά νά γιορτάσει τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Ὡστόσο εἶναι ἀπό τήν πείρα τῶν Ἁγίων ὅτι αὐτές οἱ μέρες εἶναι σημαδεμένες ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά  μᾶς καί ὑπάρχει περίσσια χάριτος. Ἑπομένως προετοιμαζόμαστε ἔτσι καί ἀντιμετωπίζουμε τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων ὅσο μποροῦμε πιό πνευματικά χωρίς νά καταργήσουμε καί ὅλες τίς κοινωνικές καί οἰκογενειακές ὑποχρεώσεις, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι μόνο ψυχή  ἀλλά καί σῶμα. Ἔτσι συμμετέχει στή χαρά τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου μας ψυχή τέ καί σώματι καί αὐτό εἶναι πολύ σπουδαῖο, γιατί ἡ Ἐκκλησία μας διακρίνεται γιά τήν πνευματική της ἰσορροπία.

Τό ὅτι τά λειτουργικά βιβλία γράφουν ὅτι τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων γίνεται κατάλυση εἰς πάντα,  εἶναι γιατί οἱ Πατέρες ἤθελαν νά δείξουν ὅτι ἡ γιορτή τῶν Χριστουγέννων εἶναι γιορτή πού ἀγκαλιάζει ὅλον τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος φαιδρύνεται καί στήν ψυχή ἡ ὁποία ἀγάλλεται μέσα στήν προσευχή καί στίς πνευματικές θεωρίες ἀλλά καί στό σῶμα, τό ὁποῖο προσλαμβάνει τήν ὑλική τροφή λύοντας τή νηστεία καί μετέχοντας σέ κοινωνία ἀγάπης μέ τούς ἀδελφούς  του. Ὁ Χριστός δέν καλεῖ τόν ἄνθρωπο μόνο σέ πνευμα- τικές ἐξάρσεις, ἀλλά καλεῖ ὅλον τόν ἄνθρωπο. Γι’αὐτό στήν Ὀρθόδοξη παράδοση  τίς ἡμέρες τῶν Χριστουγέννων οἱ χριστιανοί ἑόρταζαν καί στήν Ἐκκλησία καί στίς οἰκογενειακές καί κοινωνικές τους ἐπαφές. Ὅλος ὁ κόσμος συνεορτάζει καί ὅλη ἡ κτίση καί τά πάντα γιορτάζουν αὐτό τό γεγονός. Τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων οἱ Ἄγγελοι δοξολογοῦσαν καί αἰνοῦσαν τόν Θεό, διότι ὑπάρχει μία συγκεκριμένη εἰσβολή τοῦ Θεοῦ Λόγου στήν  ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας. Ὁ Χριστός γεννήθηκε σάν ἄνθρωπος τή συγκεκριμένη  ἡμέρα καί αὐτό εἶναι σπουδαῖο γιά τή θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας καί τή ζωή μας, γιατί  ἐμεῖς δέν εἴμαστε χριστιανοί πού πιστεύουμε σέ μία θεωρία πού ἔφερε ὁ Χριστός στόν κόσμο, ἀλλά εἴμαστε χριστιανοί, γιατί πιστεύουμε στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός εἶναι γιά μᾶς τό πᾶν, δέν εἶναι ἡ διδασκαλία του τό πᾶν ἀλλά ὁ Ἴδιος. Καί ἄν ἀκόμη κάποτε χαθοῦν τά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, δέν θά μειωθεῖ σέ τίποτα τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, διότι καί ἡ Γραφή καί ἡ Διδασκαλία μᾶς ὁδηγοῦν στόν Χριστό. Γι’αὐτό ὁ Χριστός ἦρθε στόν κόσμο, γιά νά μᾶς δώσει τόν ἑαυτό Του ὄχι γιά νά μᾶς πεῖ μία διδασκαλία. Ὁ ἴδιος ἦταν ἀνάγκη νά γίνει ἄνθρωπος, γιατί ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔπλασε τόν Ἀδάμ καί ἔπρεπε νά τόν ἀναπλάσει καί νά γίνει Αὐτός ὁ νέος Ἀδάμ, ὥστε γενόμενος ὁ Ἴδιος ἄνθρωπος, νά μᾶς δώσει τή δυνατότητα νά ἐγκεντριστοῦμε σ’Αὐτόν νά μπολιαστοῦμε στό δικό Του σῶμα καί νά γίνουμε κληρονόμοι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Γι’αὐτό ἦταν μέσα στήν πάνσοφο πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἡ σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου, γιά νά μᾶς δοθεῖ ἡ δυνατότητα νά κοινωνήσουμε μέ τόν ἴδιο τόν Θεό. Ὁ Λόγος ἔγινε τέλειος ἄνθρωπος  ἄνευ ἁμαρτίας, ταπείνωσε τόν Ἑαυτό Του καί πο- ρεύθηκε αὐτό τόν δρόμο τῆς ἐνσαρκώσεώς Του, γιά νά μᾶς διδάξει αὐτή τήν ταπείνωση. Νά μᾶς δείξει ὅτι ἔγινε ἄνθρωπος γιά μᾶς καί ὅτι δέν βδελύχθηκε τή φύση μας, τήν πτωχεία μας καί γεννήθηκε ὅπως ἕνα μικρό παιδί.  Αὔξανε ὅπως ἕνας κανονικός ἄνθρωπος, ἦταν ἀπόλυτα τέλειος ἄνθρωπος καί ἀπόλυτα τέλειος Θεός, ὥστε μέ τό παράδειγμα τῆς πα- ναρέτου ζωῆς Του καί μέ τήν ἴδια τήν ὑπόστασή Του νά μᾶς δείξει ποιό δρόμο νά βαδίσουμε. Ὁ Ἀπ. Παῦλος λέει ὅτι ἔγινε κατά πάντα ὅμοιος μέ μᾶς καί ἀνέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση καί ἔτσι ἔγινε σύμφυτος μέ τή δική μας φύση, γιά νά δώσει σέ μᾶς τήν ἐλπίδα καί τή δυνατότητα νά πορευθοῦμε μέσα ἀπό τήν ἀνθρώπινή μας ἀδυναμία, τά προβλήματα καί τόν πόνο μας ἔχοντες πάντοτε μπροστά μας αἰώνιο πρότυπο τόν ἴδιο τόν Χριστό μας, πού αὐτός εἶναι ἡ παρηγοριά μας, ὁ ἀρχηγός μας καί ὁ τελειωτής τῆς πίστεώς μας.

Αὐτές τίς μέρες ψάλλουμε:«Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε, Χριστός ἐξ οὐρανῶν ἀπαντήσατε, Χριστός ἐπί γῆς, ὑψώθητε». Ὁ Χριστός ἦρθε ὄχι κατά φαντασία ἀλλά κατά πραγματικότητα σ’αὐτόν τόν κόσμο, μ’αὐτά τά προβλήματα, τίς δυσκολίες. Ἦρθε γιά νά ὑψώσει τούς ἀνθρώπους πάνω ἀπό τόν κόσμο αὐτό καί νά μᾶς δώσει ὡς μόνιμη κιβωτό τήν Ἁγία Του Ἐκκλησία. Ὅταν μποῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία καί ἐναποθέσουμε στόν Χριστό τήν τραγωδία τῆς ὑπάρξεώς μας καί ἐκεῖ ταπεινά παρακαλέσουμε τόν Χριστό νά μᾶς ὑψώσει ἐκ τῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου τούτου καί νά ἔρθει στήν καρδιά μας νά κατοικήσει, τότε εἶναι ἀδύνατο ὁ Χριστός νά μήν ἐπισκεφθεῖ τήν καρδιά μας. Ὁ Χριστός ἐγεννήθη στόν πιό εὐτελῆ τόπο, σέ μία σπηλιά πού ἦταν στάβλος, γιά νά μᾶς δείξει ὅτι κατέρχεται μές στή σπηλιά τῆς καρδιᾶς μας, ἡ ὁποία εἶναι γεμάτη μέ τά ἄλογα πάθη μας. Φτάνει ἐμεῖς νά τό ζητήσουμε.

Περιγράφεται ἕνα ὅραμα τοῦ Ἁγίου Ἱερωνύμου, πού ἀσκήτευε στή Βηθλεέμ, ὅταν εἶδε τόν Χριστό ὡς βρέφος στή φάτνη προσευχόμενος ἡ καρδιά του σκίρτησε ἀπό ἀγάπη καί εἶπε: «Χριστέ μου, τί δῶρο νά σοῦ προσφέρω; Οἱ μάγοι Σοῦ πρόσφεραν τά δῶρα, οἱ ποιμένες τήν προσκύ- νηση, οἱ ἄγγελοι τόν ὕμνο». Τότε ὁ Χριστός τοῦ εἶπε: «Ἱερώνυμε, τό δῶρο πού θέλω νά μοῦ κάνεις εἶναι οἱ ἁμαρτίες σου, θέλω νά μοῦ προσφέρεις τόν ἑαυτό σου». Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος πού ἦρθε στή γῆ ὁ Χριστός. Ὄχι γιά νά καλέσει τούς δικαίους ἀλλά τούς ἁμαρτωλούς σέ μετάνοια. Ἔτσι γιά τόν σημερινό ἄνθρωπο τόν ταλαιπωρημένο, τόν κουρασμένο, τόν θλιμμένο, ὁ ὁποῖος συνθλίβεται καί πολιορκεῖται μέσα ἀπό τά ποικίλα ρεύματα πού ὑπάρχουν ἐναντίον του, ὁ Χριστός εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα, εἶναι ὁ μόνος χῶρος πού ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ξεκουραστεῖ. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ πατέρας μας ὁ ὁποῖος μᾶς περιμένει. Ἔτσι σ’ἐμᾶς  ἀπομένει νά ζητήσουμε τόν Θεό,  νά τόν παρακαλέσουμε νά ἔρθει μέσα μας καί ὁ Χριστός ἀπό τήν ἄπειρη ἀγάπη πού ἔχει, ἀμέσως θά βρεθεῖ μέσα μας. Ὅπως λέει στή Γραφή «ἔτι λαλοῦντος σου ἐρῶ, ἰδού πάρειμι», ἐνῶ ἀκόμη μιλᾶς, θά σοῦ πῶ ὅτι εἶμαι ἤδη παρών. Ἑπομένως εἶναι χαρμόσυνο τό μήνυμα τῆς ἡμέρας τῶν Χριστουγέννων. Ὁ Χριστός κατέρχεται κοντά μας καί κατερχόμενος μᾶς ἀνεβάζει. Αὐτός κατῆλθε πρῶτος στή γῆ γιά νά μᾶς ἀνυψώσει. Εἰδικά στήν ἐποχή μας βρισκόμαστε σέ μία ἁλματώδη πρόοδο τῆς ἐπιστήμης.

Ὁ χριστιανός ὁ ὁποῖος βιώνει τήν πραγματικότητα τοῦ Χριστοῦ σάν τοῦ μόνου γεγονότος τό ὁποῖο εἶναι τό μόνο καινό ὑπό τόν ἥλιο, δέν πρέπει νά διακατέχεται ἀπό φόβο μπροστά στήν καθημερινότητα, μπροστά στίς σύγχρονες ἐξελίξεις καί τά προσφε- ρόμενα πράγματα. Ἀλλά σάν ἐλεύθερα παιδιά τοῦ Θεοῦ, ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι  ἔχουμε μέσα μας τή βεβαία ἐλπίδα τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, μποροῦμε ἀπό μόνοι μας νά κρίνουμε ἀνάλογα μέ τήν πνευματική μας κατάσταση καί ἀνάλογα μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί μέ ὅ,τι μᾶς παρέδωσαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας, τί ἀπ’ὅλα ὅσα μᾶς προσφέρει ὁ σύγχρονος κόσμος καί πολιτισμός θά προσλάβουμε ἤ ὄχι. Εἶναι ὅμως ἀπαραίτητο νά μήν κολλοῦμε φανατικά σέ τύπους καί νά χάνουμε τήν οὐσία. Ἡ οὐσία εἶναι ἡ σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου στόν κόσμο. Ἔτσι ἄν ὁ χριστιανός εἶναι ἄτομο πού ἀγωνίζεται καί προσεύχεται, ἔχει τή συνείδηση πού τόν προφυλάσσει καί τοῦ δείχνει μέχρι ποιοῦ σημείου μπορεῖ νά μετάσχει τῶν ἀγαθῶν τῶν ἡμερῶν, γιά νά μή χαθεῖ ἡ οὐσία τοῦ γεγονότος τῶν Χριστουγέννων.

(απόσπασμα απομαγνητοφωνημένης ομιλίας, www.imlemesou.org)