Η ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ Η ΛΟΓΙΚΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Τι είναι ορθολογισμός, μπορεί να έχει σχέση με την πίστη;

Ο ορθολογισμός θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η υπερβολική εμπιστοσύνη στη λογική μας η αναγωγή της σε υπέρτατη αυθεντία και απόλυτη αξία. Είναι αμαρτητική νοοτροπία και βιοθεωρία, και όχι κάποια απλή αμαρτία. Είναι κατ’ ουσία απιστία. Ο ορθολογισμός είναι η πιο χαρακτηριστική και ύπουλη εκδήλωση της υπερηφάνειας, η οποία υποκρύπτεται κάτω από όλες τις αμαρτίες μας, υφέρπει σε κάθε μας πράξη και δηλητηριάζει όλα τα καλά έργα μας. Αυτή οδηγεί στην αυτοδικαίωση και τελικά στην αμετανοησία, κλείνοντας έτσι τη θύρα του θείου ελέους. Η υπερηφάνεια είναι η αρχή και το τέλος όλων των κακών. Κατά τον μακαριστό Γέροντα Σωφρόνιο του Έσσεξ η υπερηφάνεια «αποτελεί τη μόνιμη απειλή της ανθρώπινης ζωής», «βρίσκεται στη ρίζα όλων των τραγωδιών του ανθρώπινου γένους» και αποτελεί «την ουσία του άδη». Ο υπερήφανος άνθρωπος, λαϊκός, κληρικός ή μοναχός, γίνεται άτομο και προσφέρει τον πνευματικό θάνατο και τον άδη, την κόλαση, όχι μόνο στον εαυτό του, αλλά και στην οικογένειά του, στο κοινόβιό του και σε όλο το περιβάλλον του.

Σκιαγραφήστε μας μέσα από τις πνευματικές σας εμπειρίες ως εξομολόγος τον τρόπο σκέψης ενός ορθολογιστή.

Ο ορθολογιστής υποβάλλει την αγνή και πηγαία πίστη σε λογικές διαδικασίες, ζητώντας επιχειρήματα και αποδείξεις. Πιστεύει μόνο σε ό,τι μπορεί να κατανοηθεί και να γίνει αποδεκτό με το μυαλό. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα, αλλά και πολλοί χριστιανοί μας, αμφιβάλλουν ή και δεν πιστεύουν στην αθανασία της ψυχής, στην ύπαρξη της άλλης ζωής, στην ανάσταση των νεκρών, στον παράδεισο και στην κόλαση. Αρνούνται ακόμη την ύπαρξη του διαβόλου, του προαιώνιου αυτού εχθρού μας. Αγνοούν ότι ο διάβολος είναι πρόσωπο με νου και με θέληση, και ότι αυτός αποτελεί την αιτία και την πηγή του κακού, δεχόμενοι γενικά και αόριστα την ύπαρξη μόνο «δυνάμεων του κακού». Αμφισβητούν τα μυστήρια της Εκκλησίας μας, όπως της Ιεράς Εξομολογήσεως, της Θείας Κοινωνίας, του Γάμου, ο οποίος τείνει να αντικατασταθεί από μια απλή συμβίωση, μια ελεύθερη σχέση, εκτός γάμου.

Αρνούνται ή δέχονται επιλεκτικά τα δόγματα της πίστεώς μας, τις εντολές του Ευαγγελίου, τη λατρεία, την ευσέβεια και την παράδοση της Εκκλησίας μας, επειδή δεν μπορούν να τα συλλάβουν με τη λογική και το μυαλό τους.

Μήπως με όλα αυτά Γέροντα, υποτιμούμε τη λογική την οποία μας χάρισε ο Θεός;

Να διευκρινίσουμε σε αυτό το σημείο ότι η αναφορά μας στο αρνητικό φαινόμενο του ορθολογισμού και στις ανάλογες συνέπειες του στην πνευματική ζωή του καθενός, σε καμία περίπτωση δεν έχει την έννοια της υποτιμήσεως ή της παραγνωρίσεως της λογικής, αυτής της ύψιστης δωρεάς του Θεού προς τον άνθρωπο, η οποία τον διαφοροποιεί από τα άλογα ζώα και τα υπόλοιπα κτίσματα. Ο ορθολογιστής αντικαθιστά την αναφορά και την εμπιστοσύνη στον Θεό, που είναι η πίστη, με τη σκέψη και τη διάνοια. Έτσι όμως καταργείται ουσιαστικά η πίστη, αφού ο Θεός δεν μας αποδεικνύεται, αλλά μας φανερώνεται. Μας αποκαλύπτεται μυστικά. Βιώνεται καρδιακά και πηγαία, απλά, ταπεινά και αθόρυβα. Γι’ αυτό και ο ορθολογισμός συνιστά ουσιαστικά απιστία˙ μια άλλη μορφή αθεΐας, χειρότερη ίσως από την απόλυτη και καθαρή αθεΐα, αφού μας εφησυχάζει και μας παραπλανά πως δήθεν πιστεύουμε.

Μπορεί κάποιος να διατηρήσει τη λογική, το δώρο αυτό του Θεού, αλώβητη από οποιαδήποτε μορφή αμαρτίας;

Θα λέγαμε ότι ο ορθολογισμός δεν είναι απλά και μόνο μία συγκεκριμένη αμαρτία, δεν είναι μία πτώση, ένα λάθος, που είναι ανθρώπινο και φυσιολογικό να συμβαίνει σε κάθε πιστό, που αγωνίζεται για τη σωτηρία του, αφού κανείς δεν είναι αναμάρτητος ή αλάνθαστος. Γι’ αυτό και όλες οι πτώσεις και όλα τα αμαρτήματά μας συγχωρούνται, όταν με ειλικρινή μετάνοια και συντριβή τα εναποθέσουμε στο πετραχήλι του πνευματικού μας, με το Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως. Ο ορθολογισμός λοιπόν ξεπερνά τα στενά όρια της αμαρτίας και λειτουργεί αλλιώτικα και διαφορετικά, υποσκάπτοντας τα ίδια τα θεμέλια και τα ουσιώδη της πίστεως. Καταργεί τη σχέση, την εμπιστοσύνη, την ελπίδα, γιατί στηρίζεται μόνο στα δικά μας λογικά συμπεράσματα, στις ατομικές μας αντιλήψεις και στην ατομική μας νοοτροπία και βιοθεωρία.

Ποιο είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο, που δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να γνωρίσει τον Θεό;

Το μεγαλύτερο εμπόδιο, που δεν επιτρέπει στο σύγχρονο άνθρωπο να φθάσει στη γνώση του Θεού, είναι ακριβώς αυτό: ότι προσπαθεί να Τον γνωρίσει με λάθος τρόπο, χρησιμοποιώντας λανθασμένα μέσα. Αντικαθιστά δηλαδή τον νου (την καρδιά) με τον λόγο (τη λογική) και καταλήγει έτσι στον ορθολογισμό και στην αδυναμία να γνωρίσει αληθινά τον Θεό. Από τα ανωτέρω γίνεται φανερό πως παραιτούμαι από τη λογική μου δεν σημαίνει ότι γίνομαι παράλογος. Το λογικό είναι το «στένεμα» του Θεού και η σμίκρυνσή Του στις προσωπικές μας ανάγκες και απαιτήσεις, στο εγωιστικό θέλημά μας. Το υπέρλογο είναι να αφήνω στον Θεό ανοιχτό τον δρόμο της καρδιάς μου, για να ‘ρθει και να ενεργήσει μέσα μου με τον δικό Του τρόπο, που δεν είναι ούτε λογικός, ούτε άλογος, ούτε παράλογος, αλλά είναι υπέρλογος.

Είναι η αιώνια Αλήθεια του Θεού, είναι η πηγή και η οδός της σωτηρίας μας. Το υπέρλογο είναι η υπαγωγή της λογικής μας στη Λογική του Θεού. Είναι η προσπάθεια που κάνουμε για να δεχθούμε τη Λογική του Θεού, όταν αυτή δεν συμφωνεί με τη δική μας.

Πώς ο άνθρωπος θα πετύχει την πνευματική γνώση και θα γνωρίσει τα μυστήρια του Θεού;

Πνευματική γνώση είναι πίστη, είναι εμπειρία, είναι θείος φωτισμός, είναι Θεία χάρις και Θεογνωσία. Η πνευματική αυτή γνώση δεν είναι απόρροια της λογικής του μυαλού μας. Δεν κατέχεται μόνον από τους ευφυείς, από τους μορφωμένους, από τους επιστήμονες. Δεν απαιτεί σύνθετη σκέψη, πολύπλοκες αναλύσεις και συλλογισμούς. Η πνευματική γνώση είναι δώρο του Θεού που προσφέρεται σε όλους, μορφωμένους και αγράμματους, γνωστικούς και αδαείς, έξυπνους και απλοϊκούς, σε όλους όσοι έχουν απλή, ταπεινή και καθαρή καρδιά. Η πίστη είναι δώρο του Θεού στους απλούς και ταπεινούς ανθρώπους, και όχι αποτέλεσμα λογικής επεξεργασίας. Η πνευματική γνώση δεν σπουδάζεται στα πανεπιστήμια και τα σπουδαστήρια του κόσμου, δεν αναγνωρίζεται με διπλώματα και μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών, δεν αποτελεί αντικείμενο επιστημονικών ερευνών. Η πνευματική γνώση είναι υπόθεση της καρδιάς, είναι φωτισμένος νους, είναι μετοχή στην αγάπη, τη χάρη και τη δόξα του Θεού, είναι η Αποκάλυψη της Αλήθειας του Θεού στη ζωή μας και στον κόσμο ολόκληρο. Εργαστήριο της πνευματικής γνώσεως είναι η πίστη και η ελπίδα. Η εμπιστοσύνη στον Θεό και η αυτοεγκατάλειψή μας στην άπειρη αγάπη και πρόνοιά Του. Είναι η καθημερινή άσκηση και τήρηση των εντολών του Θεού. Είναι η εξάσκηση της αγάπης διά της φιλανθρωπίας και της ελεημοσύνης ενεργουμένης. Είναι η φιλαδελφία, η καλοσύνη και η ιλαρότητα. Θα πρέπει λοιπόν να βγούμε από τα όρια της πεπερασμένης ανθρώπινης λογικής και να μπούμε στην απεραντοσύνη, στον πλούτο και στην ευλογία της λογικής του Θεού.

(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Καθ’ Οδόν. Περιοδική

Νεανική Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Λεμεσού”, τεύχος 33)