Βίος ανεόρταστος;

Είναι ίσως αναγκαίο περισσότερο από κάθε άλλη φορά να μελετήσουμε τη σχέση ανθρώπου και οθόνης. Ειδικά όταν σε αυτή παγιδεύονται νέοι άνθρωποι, οι οποίοι κινδυνεύουν άμεσα να παγιδευτούν σε άλλη και άλλες ζωές με reality show τύπου Survivor.
Με απασχολεί εδώ και καιρό το ερώτημα: Τι είναι αυτό που κρατά τους Έλληνες και τις Ελληνίδες καθηλωμένους στον καναπέ; Τι είναι εκείνο που κεντρίζει το ενδιαφέρον τους;
Ας ξεκινήσουμε από τους τοίχους της γκρίζας πόλης μας. Οι νέοι γράφουν σε αυτούς ότι δεν ζουν! Άλλοι πάλι με τα συνθήματά τους φωνάζουν: «Πειθαρχία τέλος! Ζωή μαγική!» Το κοινό στοιχείο των συνθημάτων είναι η ζωή που δεν βιώνεται.
Αλλά και εμείς οι μεγαλύτεροι δεν διαφέρουμε και πολύ. Οι λέξεις που χρησιμοποιούμε για να εκφράσουμε τη ζωή μας στην καθημερινότητά της είναι «μαγκανοπήγαδο», «επιβίωση», «αγώνας», «τρέλα», απογοήτευση κλπ. Πώς άραγε να βιωθεί ζωή χωρίς νόημα, χωρίς ελευθερία, με τη σκιά της μοναξιάς και του θανάτου συνεχώς παρούσες; Πώς να χωρέσει το αίτημα σε λέξεις άδειες;
Πρόκειται για μια αντίφαση. Νέοι που διψούν να ζήσουν, στριμώχνονται σε πρότυπα ζωής που μυρίζουν συμμόρφωση και θάνατο.
Η αντίφαση εκτείνεται και στους μεγαλύτερους σε ηλικία. Άνθρωποι που διακηρύσσουν, όπως και ο ποιητής, ότι στην πόλη αυτή δεν υπάρχει ζωή (T.Λειβαδίτης Δραπετσώνα), παγιδεύονται σε ό,τι κυριαρχείται από το θάνατο.
Αν και όσα προαναφέραμε θεωρούμε πως εξηγούν την καθήλωση μικρών και μεγάλων στην οθόνη το ερώτημα παραμένει.
Διερευνώντας περισσότερο τις αιτίες του προβλήματος θεωρούμε πως φωτίζονται από παρακάτω απόψεις:
1. Οι τηλεθεατές γίνονται θεατές της ζωής των άλλων επειδή, για πολλούς λόγους, θα ήθελαν μια διαφορετική ζωή την οποία τώρα δεν έχουν.
2. Η δύναμη είναι το κέντρο πάνω στο οποίο περιστρέφονται οι κοινωνίες μας. Η συντριπτική πλειοψηφία θεωρεί ότι δεν μπορούν να αλλάξουν την ζωή τους επειδή δεν έχουν την δύναμη. Tα reality shows καθώς και τα παιχνίδια στον υπολογιστή προσφέρουν απλόχερα τη δυνατότητα παρέμβασης στην εξέλιξη του παιχνιδιού, της αλλαγής ταυτότητας ή ακόμα τη δυνατότητα να ζήσει ο παίκτης μια δεύτερη ζωή μέσω κάποιου άλλου.
3. Οι κοινωνίες μας χαρακτηρίζονται από το έλλειμμα αγάπης ή καλύτερα οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν «τι έχει φθάσει να σημαίνει το ν΄ αγαπάς» (Αναφέρεται στο βιβλίο του π. Βασιλείου Θερμού, Το ρίγος της ύπαρξης, εκδ.Ίνδικτος, Αθήνα 2015, σελ 158). Η χαμηλή αυτοεκτίμηση είναι μια από τις πολλές συνέπειες του ελλείμματος της. Όμως αυτή αποτελεί κίνητρο για τον χρήστη των οθονών να κατασκευάζει ή να ζει τις ζωές άλλων.
4. Συγχέεται το «καλό» με το «κακό»
5. Ο τηλεθεατής «χάνει» την αίσθηση του δικού του παρόντος και μεταβαίνει σε ένα άλλο χρονικό και κοινωνικό πλαίσιο.
6. Οι τηλεθεατές, ειδικά εκείνοι που βρίσκονται στην εφηβική ηλικία, συχνά ταυτίζονται με τους πρωταγωνιστές θαυμάζοντας την πρόσκαιρη λάμψη μιας κατασκευασμένης δημοσιότητας.
7. Ο στόχος όλων αυτών των κατασκευασμάτων είναι η κατανάλωση και όχι η κριτική σκέψη. Είναι εύκολο να αντιληφθούμε ότι «ουσιαστικά ο στόχος της καταναλωτικής λειτουργίας της εικόνας είναι να γίνουμε εξαρτημένοι από τη φαντασίωση και από τα οικονομικά τα οποία αυτή στηρίζει», πραγματικότητα η οποία συνδέεται άμεσα με τη σχέση των δυτικών κοινωνιών με την απόλαυση» (Βλ. π. Βασιλείου Θερμού, Περάσματα στην απέναντι όχθη, εκδ. Εν Πλω, σελ 234).
8. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σκοπός της τηλεόρασης είναι η επίθεση στο νόημα. Διαπιστώνεται από την συνεχή προσπάθεια κατασκευής ενός κόσμου χωρίς νόημα.
9. Η έλλειψη παιδείας και της καλλιέργειας της κριτικής σκέψης είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας της «ακμής» χαμηλού επιπέδου τηλεοπτικών προγραμμάτων όπως τα reality shows.
10. Δεν υπάρχουν εστίες δημιουργίας πολιτισμού και ποιοτικής αξιοποίησης του όποιου ελεύθερου χρόνου των ενηλίκων. Πρέπει να σημειωθεί ιδιαιτέρως η απαράδεκτη για την αγωγή των παιδιών και των εφήβων έλλειψη ελεύθερου χρόνου εξαιτίας κυρίως του αναχρονιστικού εκπαιδευτικού συστήματος.
Πώς όμως είναι δυνατό ο Έλληνας τηλεθεατής να αποδράσει από τον α-νόητο κόσμο στον οποίο έχει παγιδευτεί; Κυρίως, είναι δυνατό η Ορθόδοξη Θεολογία, η πίστη του στην Ορθόδοξη Εκκλησία να δώσει επιχειρήματα για τον απεγκλωβισμό του;
Η αποπλάνηση από την εικόνα είναι δυνατό να αντιμετωπιστεί με την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και τη δύναμη να αγαπά κανείς. Με το φως της μαθητείας στη βιβλική και την πατερική παράδοση. Με την μετάδοση της Ζωής του Χριστού, στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων.
Είναι καιρός, ιδιαίτερα όσοι αισθανόμαστε χριστιανοί, να αναρωτηθούμε για τη δική μας ζωή και την ποιότητά της. Για τα πνευματικά θεμέλιά της. Θυμίζει ότι είμαστε χριστιανοί; Φανερώνει τη χαρά και την ελπίδα του Ευαγγελίου; Απαντά στον ενδόμυχο φόβο του θανάτου; Είναι πράγματι, για όλους μας, ο Χριστός η οδός, η αλήθεια και η ζωή;
Φοβάμαι ότι μοιάζουμε πολύ με τον κόσμο και το φρόνημα που αποκηρύσσουμε. Οι περισσότεροι από εμάς είμαστε παγιδευμένοι στην κινούμενη άμμο των μεριμνών. Του κύκλου της ζωής που «πρέπει» να έχει επιτυχίες κοινωνικά αποδεκτές. Αναζητούμε με το ίδιο πάθος την καταξίωση, την εξουσία και τη δύναμη και ας είπε ο Κύριος μας στον Απ.Παύλο «η δύναμις μου εν ασθενεία τελειούται». Χωρίζουμε τους ανθρώπους σε δικούς μας και στους άλλους, όπου οι άλλοι είναι κάθε άνθρωπος διαφορετικός σε σχέση με τα πλαίσια που αυθαίρετα έχουμε σχεδιάσει. Είμαστε περισσότερο υπηρέτες ενός αστικού χριστιανισμού, ο οποίος δεν αγγίζει τίποτε για να μη χαλάσει τις ισορροπίες, παρά πιστοί μιας Εκκλησίας, οικουμενικής, ανοικτής στη διακονία κάθε ανθρώπου, που ανατρέπει όσα ώζουν αμαρτία και θάνατο, με τη μεταμόρφωση τους.
Ένδειξη του ελλείμματος ελπίδας και προοπτικής αλλά και άγνοιας είναι ότι, οι έλληνες νέοι σε ποσοστό 60% σε πολλές έρευνες δηλώνουν ότι είτε αμφισβητούν είτε δεν πιστεύουν στην Ανάσταση .
Διεκδικούμε το βαρύ όνομα του μαθητή του Χριστού χωρίς να πορευόμαστε και να μαθητεύουμε στα έθνη, χωρίς να αφήσουμε έστω και για λίγα λεπτά την ψευδαίσθηση της πολυθρόνας του «νικητή» της ιστορίας.
Λέμε και γράφουμε πολλά για την αγάπη, τη δικαιοσύνη, την ειρήνη, αλλά λείπει από τις έννοιες αυτές η υπέρβαση της θυσίας της Συσταύρωσης και η φλόγα του Φωτός της συναναστάσεως μας με το Χριστό που απαιτούν για να έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο.
Το κενό, οι συμβατότητες, η ρουτίνα είναι λογικό, νεκρές όπως είναι, να δημιουργούν, ιδιαίτερα στους νέους, την αίσθηση μιας ανούσιας πειθαρχίας.
Η κλήση σε μια νέα πραγματικότητα, αυτή που ζει η Εκκλησία μας είναι ουσιαστικά η προσφορά της στο σύγχρονο άνθρωπο. Η Ανάσταση, η Ζωή που ανέτειλε από το κενό μνημείο είναι η ελπίδα που καλούμαστε συνεχώς να φανερώνουμε στους ανθρώπους.
Αυτή η Ζωή θα τον γεμίσει με νόημα, με ελπίδα. Αυτή η Ζωή που συνέτριψε το θάνατο μπορεί να ανατρέψει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους. Το πραγματικό ευ-αγγέλιο που καλούμαστε να κηρύξουμε στον κόσμο είναι χαρά της Ανάστασης. Η χαρά η οποία αναγγέλεται κάθε Κυριακή και διαπερνά κάθε ικμάδα της λατρείας της Εκκλησίας μας. Όταν ζούμε αυτή την πραγματικότητα δεν χρειαζόμαστε καμιά δύναμη, καμιά προσπάθεια τήρησης ισορροπιών, καμιά ιδεολογία. Δεν μας ενδιαφέρει το θνητό «προσκήνιο» του νικητή ή οποιαδήποτε κοινωνική αποδοχή. Δεν διακρίνουμε κανένα, δεν έχουμε να φοβηθούμε κανένα.
Είναι η ζωή που δεν ζουν ούτε οι χριστιανοί που παρακολουθούν σε μεγάλο βαθμό όπως αποδεικνύεται από το ποσοστά τηλεθέασης αυτών των εκπομπών. Άραγε το φως μας τρεμοσβήνει; Ξεχάσαμε την αποστολή μας ή εκκοσμικευτήκαμε τόσο ώστε να ψάχνουμε λύσεις «μαγικές» χωρίς πνευματικό κόπο και αφιέρωση;
Οι «λευκές οι χώρες» και οι απαιτητικοί καιροί ζητούν από εμάς το Φως που λάβαμε με το Βάπτισμά μας, τη Ζωή που μας μεταλαμπαδεύτηκε. Βίο γιορτινό εξαιτίας της παρουσίας της Βασιλείας του Θεού στην καθημερινότητά μας. Ζητούν από όλους να διαβούμε τα όρια μας και να εξέλθουμε σε αυτούς που μας αναζητούν.

π. Αντώνιος Καλιγέρης