«Τι μπορεί να ‘ναι πιο γλυκό από τη Μητέρα του Θεού;»

koimisisΘεοτοκος«Θεοτόκος» και «Παναγία», «Θεομήτωρ» ή «Μήτηρ Θεού», «Υπέραγνη Δέσποινα» και «αγία Μαρία η αειπάρθενος», είναι μερικές από τις προσωνυμίες της Μαρίας, της μητέρας του Ιησού Χριστού, της “λαμπρότερης μορφής στo αγιολόγιο και εορτολόγιο της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας”.

Ο Ορθόδοξος κόσμος, “την τιμά ως το γλυκύτερο και υψηλότερο δημιούργημα τού Θεού, της οποίας τη δόξα τοποθετεί πιο πάνω από τη δόξα των αγγέλων, την ψάλλει ως «τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ»”, αλλά και ως “θεία Πύλη και μήτηρ της όντως ζωής,…του μονογενούς Υιού του Θεού, ην διελθών…πάσιν ανθρώποις σωτηρίαν απειργάσατο”. Η ευλάβεια προς το πρόσωπό της δεν φαίνεται μόνο από την επίκληση της για βοήθεια και συμπαράσταση, αλλά και από το πλήθος των ναών και μονών που είναι αφιερωμένοι σ’ αυτήν, τις εικονογραφικές παραστάσεις, τους εκκλησιαστικούς ύμνους και τα εγκωμιαστικά έργα τα οποία έχουν γραφτεί προς τιμή της.

Η τιμή προς τη Θεοτόκο, έχει τις ρίζες της στην αρχαιότατη παράδοση της Εκκλησίας, από την οποία προσαγορεύεται έτσι, επειδή έτεκε (=γέννησε) τον ενανθρωπήσαντα θείο Λόγο και Υιό του Θεού. Γι΄ αυτό ψάλλεται ως «Κλίμαξ επουράνιος», δια της οποίας ήρθε στη γη και σαρκώθηκε, ως τέλειος άνθρωπος ο Χριστός-Λόγος και έτσι, η ίδια, αφού ελεύθερα υπάκουσε στο θέλημα του Θεού και συνεργάστηκε, κατέστη η της «προμήτορος Εύας το σφάλμα ανορθώσασα».

Εφ’ όσον με τη δύναμη και του Υιού του Θεού μεταδίδεται η θεία χάρη στους Χριστιανούς, η Θεοτόκος γίνεται η Παναγία μητέρα τους και η γέφυρα η “μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν”. Αυτή μιμούνται πνευματικά οι Χριστιανοί, όταν με την πίστη τους και τη θεία χάρη, γεννιέται στις ψυχές τους μυστικά ο Χριστός, και με τον τρόπο αυτό, διά της Θεοτόκου συμμετέχουν βιωματικά στην εν Χριστώ σωτηρία τους, αφού παίρνουν, πνευματικά, τη θέση της Παναγίας και προσφέρονται για να γεννηθεί και να μορφωθεί στην ύπαρξη τους ο Χριστός.

Η Θεοτόκος, έχοντας θνητή φύση, κοιμήθηκε εν Χριστώ, τάφηκε και μετέβη με το σώμα της στη Βασιλεία του Θεού. Από εκεί προσεύχεται προς τον Χριστό, τον μόνο μεσίτη μεταξύ Θεού και ανθρώπων, για τη σωτηρία του πληρώματος της Εκκλησίας. Η Παναγία είναι η Δέσποινα του κόσμου, και εξαιτίας της υπεροχής της από τους αγγέλους, χαιρετίζεται ως “τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξότερα ασυγκρίτως των Σεραφείμ”.

Η Εκκλησία, ως έκφραση ευχαριστίας αποδίδει στη Θεοτόκο τιμητική προσκύνηση και μέσω αυτής λατρεύει τον χορηγό της σωτηρίας Θεό, δεδομένου ότι τα ιδιώματα και χαρίσματα της Παναγίας αποδίδονται σ’ αυτήν ως Θεομήτορα και πάντοτε σε σχέση με τον απ’ αυτήν γεννηθέντα κατά σάρκα Θεό και Σωτήρα Χριστό. Γι’ αυτό στις εικονογραφικές παραστάσεις σχεδόν πάντα εικονίζεται με τον Υιό της, από τον Οποίον είναι αδιαχώριστη, και εκφράζει την υπέρλογη ενανθρώπηση του θείου Λόγου. Όμως, μόνο στην Αγία Τριάδα οφείλεται λατρεία, ενώ στη Θεοτόκο αποδίδεται τιμή και σεβασμός. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας είναι σαφείς σε αυτό. Όπως χαρακτηριστικά παρατηρεί ο άγιος Επιφάνιος Σαλαμίνας Κύπρου: “Εν τιμή έστω Μαρία, ο δε Πατήρ και Υιός και άγιον Πνεύμα προσκυνείσθω, την Μαρίαν μηδείς προσκυνείτω”.

Επίσης, ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός ξεκαθαρίζει: “Θεός έστι το λατρευόμενον…[την δε] μητέρα Θεού τιμώμεν και σέβομεν… ου θεάν ταύτην φημίζοντες άπαγε, της ελληνικής τερθρείας τα τοιαύτα μηθεύματα”.

Η Παναγία ασφαλώς, δεν έχει ανάγκη από τα δικά μας εγκώμια, αλλά με τον τρόπο αυτό, βοηθείται η δική μας πρόθεση, αγάπη και αγαθή προαίρεση. Αφ’ ότου ο άγγελος αποκάλεσε τη Μαρία “κεχαριτωμένη” και στη συνέχεια η Ελισάβετ “ευλογημένη εν γυναιξί”, υμνήθηκε ως η “σωτηρίας ημίν πρόξενος” και ως “τον του κόσμου Λυτρωτήν Λόγον γεννήσασα”.

Όπως σημειώνει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός: “Τι μπορεί να ‘ναι πιο γλυκό από τη Μητέρα του Θεού;”.

Αυτή η ευλάβεια των ορθοδόξων προς την Θεοτόκο δεν φαίνεται μόνο από την επίκληση της για βοήθεια και συμπαράσταση, αλλά και από το πλήθος των εκκλησιαστικών ύμνων για τις πολλές εορτές και πανηγύρεις προς τιμή της, που αφορούν θαύματα, εύρεση εικόνων και εγκαινισμούς ναών.