Παιδί και Όρια : “Αναγκαίο καλό” Πόσο έτοιμοι είναι οι γονεις να το κάνουν πράξη?

Τα παιδιά, από τη νηπιακή ηλικία ακόμα χρειάζεται να μάθουν να ελέγχουν τη συμπεριφορά τους και να τηρούν ορισμένους κανόνες, ώστε να προστατεύουν τον εαυτό τους, αλλά και να μπορούν να συμβιώνουν με άλλους ανθρώπους.

Εκτός όμως από αυτή την πιό “πρακτική” θα λέγαμε διάσταση, η σωστή οριοθέτηση αποτελεί βασικό κομμάτι της ομαλής ψυχοσυναισθηματικής ανάπτυξης του παιδιού.

Ένα παιδί χωρίς όρια μπερδεύεται, αποσυντονίζεται, νιώθει φόβο και ανασφάλεια.

Η αυταρχικότητα, από την άλλη πλευρά το εμποδίζει να εκφράσει τα συναισθήματά του και να αναπτυχθεί ψυχικά.

Η οριοθέτηση αποτελεί τη “χρυσή τομή” που παρέχει στο παιδί ένα ασφαλές πλαίσιο μέσα στο οποίο θα μπορέσει να αναπτύξει το δυναμικό του. Να νιώσει ότι ο κόσμος του είναι στέρεος και ασφαλής. Να αντιληφθεί ότι οι γονείς και οι άνθρωποι που το φροντίζουν είναι ικανοί να το προστατεύσουν, να αναλάβουν την ευθύνη για τη ζωή του, να το εμπεριέξουν. Να αντέξουν, δηλαδή, το κλάμα, τη γκρίνια, την επιθετικότητά του και να τα νοηματοδοτήσουν. Να κρατήσουν το παιδί ψυχικά, καθησυχάζοντας τους φόβους, τα άγχη και τις ανησυχίες του.

Το παιδί μεγαλώνει, αναπτύσσεται ψυχικά και συναισθηματικά και μέσα από τη ματαίωση. Σημαντικό είναι να ξέρει ότι δεν μπορεί να έχει τα πάντα και πως η συμπεριφορά του έχει συνέπειες για το ίδιο και τους άλλους. Χρειάζεται να υπάρχουν στο παιδί όρια εξωτερικά, προκειμένου να μπορέσει μεγαλώνοντας να αναπτύξει και εσωτερικά όρια, να είναι δηλαδή σε θέση να ελέγχει τον εαυτό του και τις παρορμήσεις του και να ρυθμίζει τη συμπεριφορά του. Ο έλεγχος των παρορμήσεων και η ανάπτυξη της ικανότητας διάκρισης μεταξύ καλών και κακών πράξεων* αποτελούν σημαντικότατα αναπτυξιακά επιτεύγματα και βασικά κομμάτια της ψυχικής οργάνωσης του παιδιού.

* Εδώ είναι σημαντικό να τονιστεί ότι αυτή η διάκριση μεταξύ “καλού” και “κακού” αφορά μόνο πράξεις και συμπεριφορές, ΟΧΙ συναισθήματα. Στο παιδί χρειάζεται να είναι ξεκάθαρο ότι όλα τα συναισθήματα είναι αποδεκτά και σεβαστά, όχι όμως και όλες οι συμπεριφορές (πχ. Μπορεί να είναι θυμωμένο, αλλά δεν επιτρέπεται να χτυπά κανένα). Σε δύσκολες καταστάσεις που σίγουρα θα υπάρξουν είναι πολύ χρήσιμο να διευκολύουμε το παιδί να εκφράσει τα συναισθήματά του με έναν  μη καταστροφικό τρόπο.

Πόσο έτοιμοι είμαστε να βάλουμε όρια στα παιδιά μας?
Συχνά οι γονείς αναρωτιούνται με ποιον τρόπο πρέπει να χειριστούν το ευαίσθητο θέμα της οριοθέτησης, ώστε να μη γίνονται τιμωρητικοί, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που ενοχοποιούνται όταν φτάνουν στο σημείο να απαγορεύσουν κάτι στα παιδιά τους.

Η γονεική ιδιότητα δεν είναι απλή και εύκολη υπόθεση και κανείς δε γεννήθηκε γνωρίζοντας «πώς» να είναι γονιός. Αυτά που έχουμε είναι το ένστικτο να φροντίσουμε τα παιδιά μας και τα μοντέλα διαπαιδαγώγησης των δικών μας γονιών που συνήθως είναι πολύ ισχυρά. Τα συναισθήματα που έχουμε ως γονείς είναι πολλά, περίπλοκα και συχνά δημιουργούν εσωτερικές συγκρούσεις. Η οριοθέτηση των παιδιών και η βαθύτερη κατανόηση των δυσκολιών τους δεν αφορά μόνο τα δικά τους συναισθήματα, αλλά και τα συναισθήματα των γονιών που όταν δεν αναγνωρίζονται και δεν συνειδητοποιούνται από τους ίδιους υπονομεύουν κάθε προσπάθειά τους.

Σε πολλές περιπτώσεις η δυσκολία δεν εντοπίζεται στο ότι οι γονείς δεν ξέρουν πώς να βάλουν όρια στα παιδιά τους, αλλά στο ότι η μεταξύ τους σχέση δεν ευνοεί την τήρηση των ορίων. πχ. Σε περίπτωση που οι γονείς έχουν έντονα συγκρουσιακή σχέση ή συναισθηματική απόσταση μεταξύ τους, τα παιδιά ενδέχεται να γίνονται πεδίο αντιπαράθεσης και η οριοθέτηση είναι επόμενο να συναντά σημαντικά προβλήματα.

Χρήσιμο είναι να αναρωτηθούμε πώς νιώθουμε όταν τα παιδιά μας αμφισβητούν το ρόλο και την εξουσία μας? Απογοητευμένοι? Θυμωμένοι? Ντροπιασμένοι? Ανίκανοι? Ένοχοι? Όλα αυτά μαζί? Πόσο έτοιμοι είμαστε να δούμε πώς εμείς αντιδρούμε? Πόσο αντέχουμε να αναγνωρίσουμε τέτοια συναισθήματα στον εαυτό μας, χωρίς να θεωρήσουμε ότι αυτά μας κάνουν λιγότερο «καλούς γονείς» ?

Συχνά, εξαιτίας του περιορισμένου χρόνου που αφιερώνουμε στα παιδιά δυσκολευόμαστε να είμαστε «αυστηροί» και «κακοί». Γινόμαστε έτσι αρκετά υποχωρητικοί, προσπαθώντας να αναπληρώσουμε άλλα πράγματα, ίσως και να απαλύνουμε κάπως τις ενοχές μας.

Βοηθητικό είναι να έχουμε κατά νου ότι “τέλειος γονιός” ΔΕΝ υπάρχει και ούτε κάτι τέτοιο χρειάζεται να αποτελεί στόχο. Η μαμά (και οι γονείς κατ’ επέκταση) όπως πολύ χαρακτηριστικά αναφέρει ο Winnicott, χρειάζεται να είναι μια “good-enough mother” (επαρκώς καλή μαμά) που παρέχει ένα ασφαλές, φροντιστικό περιβάλλον στο παιδί. Γιατί αυτό που πραγματικά έχει ανάγκη ένα παιδί είναι αγάπη, φροντίδα και προστασία (μέρος των οποίων είναι η σωστή οριοθέτηση). Όχι αλάνθαστους και “ατσαλάκωτους” γονείς, χωρίς αδυναμίες και ελαττώματα.

Κάτια Λαζάρου, Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας/Προσωποκεντρική Θεραπεύτρια (PgD)