Η θριαμβευτική είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα

___2_~1ΙΒ´Ὁ οὖν ᾿Ιησοῦς πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. 2 ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ. 3 ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου. 4 λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ᾿Ιούδας Σίμωνος ᾿Ισκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι· 5 διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς; 6 εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ’ ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν. 7 εἶπεν οὖν ὁ ᾿Ιησοῦς· ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό. 8 τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ’ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε. 9 ῎Εγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν ᾿Ιουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν ᾿Ιησοῦν μόνον, ἀλλ’ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. 10 ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, 11 ὅτι πολλοὶ δι’ αὐτὸν ὑπῆγον τῶν ᾿Ιουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν ᾿Ιησοῦν.

12 Τῇ ἐπαύριον ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται ᾿Ιησοῦς εἰς ῾Ιεροσόλυμα, 13 ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἔκραζον· ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ ᾿Ισραήλ. 14 εὑρὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν ἐπ’ αὐτό, καθώς ἐστι γεγραμμένον· 15 μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών· ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου. 16 Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ’ ὅτε ἐδοξάσθη ὁ ᾿Ιησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ’ αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ. 17 ᾿Εμαρτύρει οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ’ αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν.

18 διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος, ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον. 19 οἱ οὖν Φαρισαῖοι εἶπον πρὸς ἑαυτούς· θεωρεῖτε ὅτι οὐκ ὠφελεῖτε οὐδέν; ἴδε ὁ κόσμος ὀπίσω αὐτοῦ ἀπῆλθεν. (ευαγγελιστής Ιωάννης, κεφάλαιο 12, στίχοι 1-18)

 

Απόδοση στα νεοελληνικά

Έξι μέρες πριν από το Πάσχα, ήρθε ο Ιησούς στη Βηθανία, όπου έμενε ο Λάζαρος, που ο Ιησούς τον είχε αναστήσει από τους νεκρούς. Ετοίμασαν, λοιπόν, εκεί για χάρη του δείπνο, και η Μάρθα υπηρετούσε ενώ ο Λάζαρος ήταν ένας από αυτούς που παρακάθονταν στο δείπνο. Τότε η Μαρία πήρε μια φιάλη από το πιο ακριβό άρωμα της νάρδου και άλειψε τα πόδια του Ιησού. Έπειτα σκούπισε με τα μαλλιά της τα πόδια του, και όλο το σπίτι γέμισε με την ευωδία του μύρου. Λέει τότε ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ένας από τους μαθητές του, αυτός που σκόπευε να τον προδώσει: «Γιατί να μην πουληθεί αυτό το μύρο για τριακόσια αργυρά νομίσματα, και τα χρήματα να διανεμηθούν στους φτωχούς;» Αυτό το είπε όχι γιατί νοιαζόταν για τους φτωχούς, αλλά γιατί ήταν κλέφτης και, καθώς διαχειριζόταν το κοινό ταμείο, συχνά κρατούσε για τον εαυτό του από τα χρήματα που έβαζαν σε αυτό. Είπε τότε ο Ιησούς: «Άφησε την ήσυχη, αυτό που κάνει είναι για την ημέρα του ενταφιασμού μου. Οι φτωχοί πάντα θα υπάρχουν κοντά σας, εμένα όμως δεν θα με έχετε πάντοτε». Πλήθος πολύ από τους Ιουδαίους της πόλεως έμαθαν ότι ο Ιησούς βρίσκεται εκεί και ήρθαν για να δουν όχι μόνο αυτόν, αλλά και το Λάζαρο, που τον είχε αναστήσει από τους νεκρούς. Γι’ αυτό οι αρχιερείς αποφάσισαν να σκοτώσουν και τον Λάζαρο, επειδή εξαιτίας του πολλοί Ιουδαίοι εγκατέλειπαν αυτούς και πίστευαν στον Ιησού.

Την άλλη μέρα το μεγάλο πλήθος που είχε έρθει για τη γιορτή του Πάσχα, όταν άκουσαν ότι έρχεται ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα, πήραν κλαδιά φοινικιάς, και βγήκαν από την πόλη να τον προϋπαντήσουν κραυγάζοντας: «Δόξα στον Θεό! Ευλογημένος αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο! Ευλογημένος ο βασιλιάς του Ισραήλ!» Ο Ιησούς είχε βρει ένα γαϊδουράκι και κάθισε πάνω του, όπως λέει η Γραφή: «Μη φοβάσαι θυγατέρα μου, πόλη της Σιών, να που έρχεται σε εσένα ο Βασιλιάς σου, σε γαϊδουράκι πάνω καθισμένος». Αυτά στην αρχή δεν τα κατάλαβαν οι μαθητές του, όταν όμως ο Ιησούς ανυψώθηκε στη θεία δόξα, τότε τα θυμήθηκαν. Ό,τι είχε γράψει για εκείνον η Γραφή, αυτά και έκαναν. Όλοι, λοιπόν, εκείνοι που ήταν μαζί με τον Ιησού, όταν φώναξε τον Λάζαρο από τον τάφο και τον ανέστησε από του νεκρούς, διηγούνταν αυτά που είχαν δει. Γι’ αυτό ήρθε το πλήθος να τον προϋπαντήσει, επειδή έμαθαν ότι αυτός είχε κάνει το θαυμαστό αυτό σημείο. Οι φαρισαίοι τότε είπαν μεταξύ τους: «Βλέπετε που η αναβολή δεν ωφελεί, να που όλος ο κόσμος έχει τρέξει πίσω του».

 

Ερμηνεία της εικόνας

Η σκηνή αναφέρεται στην Ευαγγελικά περικοπή που περιγράφει τη θριαμβευτική είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, έξι ημέρες πριν από το Πάσχα. Για το περιστατικά αυτά μιλούν όλοι οι Ευαγγελιστές: Ματθ. 21: 1-11, Μαρκ. 11:1-10, Λουκ. 19: 29-38, Ιωάν. 12:12-15.

Η εικόνα της Βαϊοφόρου περιγράφει έντεχνα το ιστορικά γεγονός της θριαμβευτικής εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, αποκαλύπτοντας συχρόνως και το «κεκρυμμένο μυστήριο» καθώς και το βαθύτερο νόημα των συμβάντων. Είναι επίσης η πρώτη στη σειρά των εικόνων εκείνων που αναφέρονται στα Πάθη και την συναντούμε στην εκκλησιαστική τέχνη από τα πρώτα κιόλας χριστιανικά χρόνια, στις Σαρκοφάγους των Κατακομβών.

Στην εικόνα βλέπουμε τον Χριστό καθισμένο σε υποζύγιο και τους Μαθητές να ακολουθούν, με επί κεφαλής τον απόστολο Πέτρο. Η πομπή πορεύεται προς την πύλη της εισόδου της πόλεως, όπου Τον αναμένει πλήθος κόσμου, κρατώντας κλαδιά από βάγια και φοίνικες.

Τα πρόσωπα των ανθρώπων είναι χαρούμενα κι ενθουσιώδη, καθώς θεωρούν ότι ο Χριστός είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας που, κατά τις παραδόσεις του ιουδαϊκού λαού, θα ερχόταν Πάσχα στα Ιεροσόλυμα και θα ελευθέρωνε το υπόδουλο έθνος. Με το γεγονός της εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα εκπληρώθηκε η προφητεία του προφήτη Ζαχαρία που λέει: «Χαίρε σφόδρα θύγατερ Σιών˙ κήρυσσε, θύγατερ Ιερουσαλήμ˙ ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται σοι δίκαιος και σώζων αυτός, πραΰς και επιβεβηκός επί υποζύγιον και πώλον νέον» (Ζαχ. 9:99).

Αριστερά και πίσω από το σημείο απεικόνισης του Χριστού ζωγραφίζεται βραχώδης τόπος. Έτσι προσδιορίζεται η ακτίνα της πορείας του Χριστού και των Μαθητών από τη Βηθφαγή, που ήταν προάστιο της Ιερουσαλήμ κοντά στο όρος των Ελαιών, προς το κέντρο της πόλεως.

Η σκηνή χαριτώνεται και πλουτίζεται με την παρουσία και τη χαρούμενη συμμετοχή των «ακάκων παίδων του Ισραήλ» τα οποία είτε ανεβασμένα στα δέντρα για το κόψιμο των κλάδων είτε στρώνοντας τα ιμάτιά τους στο δρόμο για την υποδοχή του Χριστού, εκπροσωπούν τις αγνές και άδολες ψυχές που υποδέχονται τον «Βασιλέα της Δόξης».

Ο Χριστός ζωγραφίζεται καθισμένος πλάγια πάνω στο υποζύγιο ευλογών. Έτσι φαίνεται σαν να είναι ένας ένθρονος και δοξασμένος ηγέτης, που επισκέπτεται τους υπηκόους Του. Στο άλλο Του χέρι κρατάει κλειστό ειλητάριο, σύμβολο του νόμου της Καινής Διαθήκης, που πρόκειται να συνάψει με τον άνθρωπο προσφέροντας ως λύτρο το Αίμα Του. Η ελαφρά προς τα πίσω στροφή της κεφαλής Του δίνει την εντύπωση ότι συνομιλεί με τον πρώτο της χορείας των Μαθητών, τον απόστολο Πέτρο. Ο αγιογράφος θέλει μ’ αυτό να επισημάνει ότι ο δοξαζόμενος από το πλήθος ηγέτης, αν και φαίνεται ως βασιλεύς, δεν είναι άλλος παρά ο «Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου».

Η όλη σκηνή, αν και περιγράφει στιγμές δόξης και θριάμβου, εμφανίζει κάτι το πολύ παράδοξο: Βλέπουμε το λαό να επευφημεί ως επίγειο Βασιλιά Εκείνον που είχε κατ’ επανάληψιν σαφώς διακηρύξει: «Η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου». (Ιωάν 12, 36).

 

Απολυτίκιο της εορτής

Ἦχος α’

Τὴν κοινὴν Ἀνάστασιν, πρὸ τοῦ σοῦ Πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον Χριστὲ ὁ Θεός· ὅθεν καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ Παῖδες, τὰ τῆς νίκης σύμβολα φέροντες, σοὶ τῷ Νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν· Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου.

 

Την κοινή Ανάσταση πριν από το Πάθος σου βεβαιώνοντας, από τους νεκρούς σήκωσες τον Λάζαρο, Χριστέ ο Θεός, γι’ αυτό και εμείς, όπως τα παιδιά, τα σύμβολα της νίκης σηκώνουμε Σε σένα το Νικητή του θανάτου και φωνάζουμε δυνατά, Δόξα στον Θεό, Ευλογημένος αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο.

 

Προσεγγίσεις στην εορτή

Η είσοδος του Ιησού στα Ιεροσόλυμα είναι θριαμβευτική, γιατί:

α. Αποκαλύπτει δημόσια ότι είναι Υιός του Θεού,

β. Αποδέχεται την υποδοχή του λαού,

γ. Έρχεται να καταργήσει τον θάνατο.

Ο κόσμος που ήρθε για την εορτή του Πάσχα υποδέχεται τον Ιησού όταν έμπαινε στα Ιεροσόλυμα: «Ωσαννά», λέει ο λαός, που σημαίνει «σώσε μας». Όλοι αναγνωρίζουν αυτή τη στιγμή, ότι ο Χριστός είναι ο Μεσσίας, που το περίμενε ο κόσμος για να φέρει τη λύτρωση και τη σωτηρία.

Οι φοίνικες που κρατούσε ο λαός, συμβολίζουν την νίκη του Χριστού ενάντια στο θάνατο και προμηνύουν την Ανάσταση Του.

Πορεύεται ο Χριστός και οι Ισραηλίτες τον υποδέχονται με τιμές ως Βασιλιά. Εκείνος δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στις τιμές, δεν περιορίζεται στο πανηγύρι, στην πρόσκαιρη δόξα, αλλά προχωρεί στο σταυρό και την Ανάσταση.

Η είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα είναι τελικά η είσοδος του μαρτυρίου στην επίγεια ζωή του Κυρίου. Σε λίγες ημέρες θα μαρτυρήσει και θα θανατωθεί στο Σταυρό, για να θανατώσει το θάνατο και να χαρίσει τη ζωή.

Περιμένουμε κι εμείς τον Χριστό να περάσει…

Φοράμε καινούρια ρούχα, ανάβουμε κεριά, κάνουμε γιορτές, συγκινούμαστε, ενθουσιαζόμαστε. Αλλά δεν Τον ακολουθούμε. Παραμένουμε στις εξωτερικές εκδηλώσεις. Μένουμε στην Κυριακή των Βαΐων. Δεν τον ακολουθούμε στο μαρτύριο, στη θυσία, στο Σταυρό.

Αν πράγματι θέλουμε να πλησιάσουμε τον Χριστό, πρέπει να έχουμε διάθεση να βρεθούμε κοντά Του όχι μόνο τη στιγμή της δόξας Του, να Τον ακολουθήσουμε παντού, να μην Τον χάσουμε ούτε στιγμή από τα μάτια μας. Γιατί τελικά η θέληση μας λείπει, για όλα τα άλλα φροντίζει Εκείνος. Τότε μόνο θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε ότι ο Σταυρός και η Ανάσταση είναι πραγματικότητα για όλους τους ανθρώπους.