Άνθρωπος και φυσικό περιβάλλον. Ορθόδοξη κοσμολογία και ειδωλολατρία

trygosΤό περιβάλλον στό ἐπίκεντρο τοῦ ἐνδιαφέροντος
Στίς μέρες μας γίνεται πολύς λόγος γιά τό περιβάλλον καί τήν προστασία του. Τά περιβαλλοντικά ζητήματα πολύ συχνά ἔρχονται στό ἐπίκεντρο τοῦ ἐνδιαφέροντος καί, μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, ὅλο καί περισσότεροι ἄνθρωποι εὐαισθητοποιοῦνται γι’ αὐτά. Ὀργανώσεις καί σωματεῖα δραστηριοποιοῦνται διεθνῶς, μέ σκοπό τήν προστασία τῆς φύσης ἀπό ἀκραῖες ἀνθρώπινες παρεμβάσεις. Ἀλλά καί ἡγεσίες κρατῶν, σέ ὅλο σχεδόν τόν κόσμο, ἀναγκάζονται νά λαμβάνουν μέτρα καί συνεργάζονται μεταξύ τους γιά τήν κοινή ἀντιμετώπιση τῶν σχετικῶν προβλημάτων σέ παγκόσμιο ἐπίπεδο, παρά τό γεγονός, ὅτι τά προτεινόμενα μέτρα προσκρούουν συνήθως σέ ὀργανωμένα συμφέροντα.

Ἡ κινητοποίηση αὐτή εἶναι ἀπόλυτα δικαιολογημένη. Τό περιβάλλον, ἡ φύση, ὁ φυσικός κόσμος, ὄντως ἀπειλοῦνται. Ἀπειλοῦνται ἀπό τή ἐκβιομηχάνιση τῶν σύγχρονων κοινωνιῶν, ἀπό τήν ἐκρηκτική ἀνάπτυξη τῆς τεχνολογίας καί τῆς ἐπιστήμης καί ἀπό τίς ἄπειρες πρακτικές ἐφαρμογές τους. Ἀπειλοῦνται ἀπό τήν ἀνεξέλεγκτη μανία τοῦ ἀνθρώπου νά κυριαρχήσει στή φύση, νά τήν ἐκμεταλλευτεῖ, νά τήν «ἀξιοποιήσει» μέ τήν κακή ἔννοια, νά μετατρέψει τά ἀγαθά της σέ ἀναλώσιμα εἴδη καί σέ χρῆμα, πού συγκεντρώνουν οἱ λίγοι καί οἱ ἰσχυροί. Εἶναι γεγονός ὅτι ἡ νέα τεχνολογία, τά σύγχρονα πυρηνικά ὁπλικά συστήματα καί ἄλλες ἐφευρέσεις τῆς ἐποχῆς μας ἔχουν τόση δύναμη, ὥστε μποροῦν νά καταστρέψουν τόν πλανήτη στή στιγμή. Ὡστόσο, ἡ φύση πολλές φορές «ἀντιδρᾶ» καί «ἐκδικεῖται», ὑπενθυμίζοντας ὅτι συνεχίζει νά εἶναι ἰσχυρή: μέ φυσικές καταστροφές, μέ ἀκραῖα καιρικά φαινόμενα, μέ σεισμούς, μέ τυφῶνες, μέ πλυμμύρες κ.ἄ. Ἐνώπιον τέτοιων καταστάσεων ἤ ἀπειλῶν ὅλο καί περισσότεροι συνειδητοποιοῦν ὅτι, ὅσο καταστρέφεται τό περιβάλλον, τόσο καταστρέφεται καί ὁ ἄνθρωπος, πού ζεῖ μέσα σ’ αὐτό. Ἄνθρωπος καί περιβάλλον συνδέονται στενά καί, προστατεύοντας τό περιβάλλον, προστατεύουμε τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο.

Ἀνάλογη εὐαισθητοποίηση, ὅπως εἶναι φυσικό, ὑπάρχει καί στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία, ἐκτός ἀπό τή στήριξη κάθε σχετικῆς πρωτοβουλίας πού προέρχεται ἀπό ἄτομα, ὁμάδες καί φορεῖς, προβάλλει τή δική της διδασκαλία γιά τόν φυσικό κόσμο καί τή σχέση μας μέ αὐτόν. Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἀσχολεῖται πολύ σοβαρά μέ τό θέμα, διοργανώνοντας συνέδρια, ἐκδηλώσεις καί δράσεις ἤ ἀναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες σέ διεθνές ἐπίπεδο. Μέ ἐνέργειες τοῦ Πατριάρχου Δημητρίου (+1991) ἔχει ὁριστεῖ ἡ 1η Σεπτεμβρίου κάθε ἔτους ὡς «Ἡμέρα προσευχῆς γιά τό περιβάλλον» καί ψάλλεται εἰδική Ἀκολουθία, ἐνῶ εἶναι σέ ὅλους γνωστές οἱ πρωτοβουλίες τοῦ σημερινοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου πρός τήν ἴδια κατεύθυνση.
Παράλληλα, ὅμως, ἐμφανίζεται στίς μέρες μας καί μιά τάση ὑπερεκτίμησης (θεοποίησης ἤ λατρείας) τοῦ περιβάλλοντος καί τοῦ φυσικοῦ κόσμου, εἴτε στό σύνολό του, εἴτε σέ ἐπιμέρους στοιχεῖα του. Ἡ τάση αὐτή ἐκφράζεται ἀπό τίς σύγχρονες νεο-ειδωλολατρικές ἤ νεο-παγανιστικές αἱρέσεις.

Ὁ κόσμος, ὡς δημιουργία τοῦ Θεοῦ

Ἄν γιά τούς ἀρχαίους ἤ σύγχρονους εἰδωλολάτρες «ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ κόσμος» ἤ «ἡ φύσις», γιά μᾶς τούς Χριστιανούς «ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος», δηλαδή ὁ Θεός. Ὁ ὑπεράγαθος Θεός, θέλοντας νά μετέχουν καί ἄλλα ὄντα στήν ἀγαθότητά Του, δημιούργησε τόν κόσμο μέσα στόν χρόνο καί ἀπό τό μηδέν. Ὁ κόσμος, προερχόμενος ἀπό τό μηδέν, διατηρεῖται στήν ὕπαρξη μετέχοντας στήν προνοητική ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ (Θεία Πρόνοια). Ἔξω ἀπό αὐτή τή διαρκή σχέση – ἐξάρτηση ἀπό τόν Θεό, ὁ κόσμος ἐπιστρέφει στό μηδέν, δηλαδή στήν ἀνυπαρξία. Ὅπως ἔχουμε ἤδη ἀναφέρει, ὁ κόσμος ἔχει κάλλος καί «τελειότητα». Αὐτά ὅμως εἶναι στοιχεῖα σχετικά, εἶναι τό κάλλος καί ἡ «τελειότητα» τοῦ κτίσματος καί ἀποτελοῦν εἰκόνα ἤ ἀντανάκλαση τῆς τελειότητας τοῦ Θεοῦ. Τό ὅτι ἡ «τελειότητα» τοῦ κόσμου εἶναι σχετική, σημαίνει ὅτι ὁ κόσμος μπορεῖ νά γίνει ἀκόμη τελειότερος μέ τήν παρέμβαση τοῦ ἀνθρώπου. Ὄντως, στή διήγηση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γιά τή δημιουργία τοῦ κόσμου ἀναφέρεται ὅτι ὁ Θεός τοποθέτησε τόν ἄνθρωπο στόν Παράδεισο «ἐργάζεσθαι αὐτόν καί φυλάσσειν» (Γεν. 2, 15). Τό «ἐργάζεσθαι» ἀναφέρεται στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο νά καλλιεργεῖ τή φύση καί νά τήν ἀναπτύσσει, ἐνῶ τό «φυλάσσειν» ἀναφέρεται στήν ὑποχρέωσή του νά τήν προστατεύει. Ἡ δημιουργία ἐπιστήμης καί πολιτισμοῦ στηρίζεται σ’ αὐτή ἀκριβῶς τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Πολιτισμός στήν αὐθεντική του μορφή εἶναι ἡ ἀνάπτυξη τῆς δεδομένης πραγματικότητας τῆς φύσης, σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ τελειοποίηση τῆς φύσης καί ὄχι, βέβαια, ἡ φθορά ἤ ἡ καταστροφή της.

Ὁ ἄνθρωπος ὑπερέχει σαφῶς τοῦ κόσμου: εἶναι «βασιλεύς τῆς κτίσεως», ἀλλά «βασιλεύς βασιλευόμενος ἄνωθεν». Τό περιβάλλον εἶναι ὁ «οἶκος», τό σπίτι μας μέ τήν εὐρύτερη ἔννοια.  Ὁ κόσμος ἔχει δημιουργηθεῖ γιά μᾶς καί μᾶς ἔχει δοθεῖ ὄχι γιά νά τόν λατρεύουμε ἤ νά τόν συγχέουμε μέ τόν Θεό, ἀλλά γιά νά ζοῦμε ἐντός του καί νά δοξάζουμε τόν Θεό μέσα ἀπό τή δημιουργία Του. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀναφέρει ὅτι δέν ὑπάρχει τίποτε στήν δημιουργία, στά ζῶα ἤ στά φυτά, χωρίς νά ὑπηρετεῖ κάποια ἀνθρώπινη ἀνάγκη. Ὅλα ἔχουν δοθεῖ εἴτε γιά τή συντήρηση τοῦ ἀνθρώπου, εἴτε γιά τήν εὐχαρίστησή του (διασκέδαση, «τέρψιν» του). Τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἐξουσία στό περιβάλλον δέν σημαίνει ὅτι μπορεῖ νά τό καταστρέφει. Ἡ ἐξουσία αὐτή πρέπει νά ἀσκεῖται σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ προστασία τοῦ περιβάλλοντος (τό «φυλάσσειν» τήν κτίση) εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ.

Λόγω τῆς στενῆς σύνδεσης τοῦ ἀνθρώπου μέ τό περιβάλλον, ἡ ἀνθρώπινη ἁμαρτία ἔχει ἐπιδράσεις στή φύση. Ἡ προπατορική ἁμαρτία ἄνοιξε τίς πύλες γιά τήν εἰσβολή τοῦ κακοῦ στή φύση καί ὑπέταξε τόν κόσμο στή φθορά. Ἡ φύση ἔχασε μεγάλο μέρος ἀπό τήν ἀρχική τελειότητα καί τό κάλλος της. Ἀλλά, καί ὁ ἄνθρωπος ἔχασε τή φυσική ἐξουσία του πάνω στόν κόσμο, ἔγινε δοῦλος τοῦ περιβάλλοντος καί «ἐλάτρευσε τήν κτίση» καί ὄχι τόν Κτίσαντα. Ἔκτοτε ἐπιχειρεῖ νά ἐπιβληθεῖ στό περιβάλλον μέ ἀπεγνωσμένες ἐνέργειες, πού συμβάλλουν στήν καταστροφή του. Γενικότερα, ὅσο ἡ ἀνθρώπινη ἁμαρτία αὐξάνεται, τόσο τό περιβάλλον φθείρεται καί «ἐκδικεῖται» (γίνεται ἐχθρικό πρός τόν ἄνθρωπο).

Ὁ Χριστός ἦλθε στόν κόσμο ὄχι μόνο γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο, ἀλλά καί γιά νά ἀνακαινίσει τήν κτίση: «ἰδού καινά ποιῶ πάντα» (Ἀποκ. 21,5). Ἡ μετοχή στή σωτηρία, πού προσφέρει, γίνεται μέ τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Στή Θ. Λειτουργία προσφέρουμε προϊόντα ἀντιπροσωπευτικά ὅλης τῆς φύσης (ψωμί καί κρασί), τά ὁποῖα μεταβάλλονται σέ Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ γιά νά κοινωνήσουν οἱ Πιστοί καί γιά νά ἁγιασθεῖ ὅλη ἡ κτίση. Μέσω τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ὑπέταξε τήν κτίση στή φθορά, μπορεῖ πάλι νά τήν ὁδηγήσει στήν «ἐλευθερία τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. 8,21). Μέ ἄλλα λόγια, ἡ οὐσιαστική λύση τοῦ σύγχρονου οἰκολογικοῦ προβλήματος εἶναι ὁ Χριστός καί εἰδικότερα ἡ ἐν Χριστῷ κατάργηση τῆς ἁμαρτίας καί ὁ ἐν Χριστῷ ἁγιασμός τοῦ ἀνθρώπου.

Ἱερεύς Σωτήριος Ὀ. Ἀθανασούλιας

(Κείμενο ἀπό τό ἔντυπο «Ὀρθοδοξία καί αἵρεσις» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, τεῦχ. 84, Ἰουν. – Σεπ. 2013).