Η νεοελληνική λογοτεχνία και το ΄40

imagesCAABPH6MΜε ποιον τρόπο και σε ποιον βαθμό η γερμανική  κατοχή επέδρασε στην ελληνική λογοτεχνική παραγωγή της περιόδου;

Μια νέα γενιά εμφανίζεται στο καλλιτεχνικό προσκήνιο, η λεγόμενη «γενιά του 1940». Στα 1943 ο Άλκης Αγγελόγλου εκδίδει το Εαρινό, ο Αστέρης Κοββατζής τα Επεισόδια, ο Ι. Αγγέλου τις Ιστορίες των γαλάζιων ωρών, ο Τάσος Αθανασιάδης τους Θαλασσινούς Προσκυνητές. Την επόμενη χρονιά ο Αγγελόγλου παρουσιάζει τη νουβέλα Αμαρτωλοί, ο Κοββατζής την Πρώτη άνοιξη και η Μόνα Μητροπούλου τη συλλογή διηγημάτων Το σπίτι με τον κορυδαλλό.

Τα πρώτα σαράντα χρόνια του εικοστού αιώνα, κείμενα του ελληνικού συμβολισμού και αισθητισμού, αλλά και μεσοπολεμικά έργα φανερώνουν ότι το «αίτημα της εσωτερικότητας» διαπερνά ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής πεζογραφίας. Για παράδειγμα, τα έργα των Χρηστομάνου, Ροδοκανάκη, Επισκοπόπουλου και άλλων αισθητιστών των αρχών του προηγούμενου αιώνα, το κατεξοχήν συμβολιστικό πεζογράφημα του Κωνσταντίνου Χατζόπουλου Το φθινόπωρο, τα έργα λογοτεχνών της νεορομαντικής σχολής του 1920, όπως του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου και του Πέτρου Χάρη.

Στη δεκαετία του 1930 συγγραφείς, όπως ο Βενέζης, ο Τερζάκης, ο Μυριβήλης, ο Κοσμάς Πολίτης, ο Ξεφλούδας, ο Δέλιος, αλλά και ο ορθολογιστής κατά τα άλλα Θεοτοκάς στις Ώρες αργίας, πορεύονται στη γραμμή της εσωτερικότητας, ακόμα και όταν ορισμένοι από αυτούς παρουσιάζουν την ενασχόλησή τους με την λυρική πεζογραφία ως πάρεργο.

Στην πρώτη μεταπολεμική δεκαετία, και κυρίως στα δύο τελευταία χρόνια της Κατοχής, παρατηρούμε μια αυξημένη εκδοτική παρουσία λυρικών πεζών έργων.

Στα 1943/44 επανεκδίδονται μερικά από τα σημαντικότερα λυρικά πεζογραφήματα του μεσοπολέμου, όπως για παράδειγμα Η τελευταία νύχτα της γης (1924) του Πέτρου Χάρη, η Γαλήνη(1939) του Ηλία Βενέζη (φθάνει στην τέταρτη έκδοση), η Eroica (1938) του Κοσμά Πολίτη. Επίσης πεζογράφοι του μεσοπολέμου εκδίδουν  καινούρια λυρικά έργα, όπως η Κρίσιμη Ώρα και ο Μακρινός Κόσμος (1944) του Πέτρου Χάρη, Τα χειρόγραφα της μοναξιάς (1943) και Οι δύο και η νύχτα (1944) του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου, το Κόντρα στον άνεμο (1943) της Ειρήνης Γαλανού, τα Παγανά (1945) του Στρατή Μυριβήλη, η Έκσταση (1943) και το Γλυκοχάραμα (1944) του Μενέλαου Λουντέμη κ.ά. Παρόντες και οι λυρικοί πεζογράφοι της Σχολής της Θεσσαλονίκης. Ο Στέλιος Ξεφλούδας, στα 1944, εκδίδει τον Κύκλο και ο Γιώργος Δέλιος, στα 1947, τη συλλογή διηγημάτων Μουσική Δωματίου.

Στο τέλος της Κατοχής πολλαπλασιάζονται οι υψηλές φωνές, οι οποίες καλούν τον καλλιτέχνη να εκφράσει το μέλλον, να γίνει οδηγητής της

προσπάθειας για την ανανέωση της ζωής και της τέχνης. Με βάση τα παραπάνω καταλήγουμε σε δύο συμπεράσματα. Πρώτον, ότι η λεγόμενη «γενιά του 1940» αποτελεί μια δευτερεύουσα λογοτεχνική ομάδα, αποτελεί έναν σταθμό στην εξέλιξη των λογοτεχνικών πραγμάτων, αλλά όχι τον κυρίαρχο. Δεύτερον, ότι -παρά τον μεγαλεπήβολο και καταχρηστικό τρόπο με τον οποίο οι νέοι «φωνασκούν» ενάντια στους αστούς πεζογράφους της γενιάς του 1930 και συνάπτουν μια ιερή σχεδόν συμμαχία με τη γενιά του 1920- η λυρική τους μυθοπλασία δεν αποτελεί μια οριστική ρήξη, αλλά μια επιστροφή σε αφηγηματικούς τρόπους και θεματικούς τόπους με μακρά παράδοση στην προηγούμενη ελληνική πεζογραφία.

Η Κατοχή, η λήξη του πολέμου και ο εμφύλιος επηρεάζουν τους νεότερους πεζογράφους, οι οποίοι παρουσιάζουν την αισθητική τους επιλογή ως πράξη «αντίστασης» τόσο απέναντι στην τραγικότητα του πολέμου, όσο και απέναντι σε όσους αρνήθηκαν τον τόπο και την παράδοση, τη γενιά δηλαδή του 1930. Η επιστροφή στις παραδοσιακές αξίες του χωριού και η ανάδειξη της έννοιας του λαού γίνονται το φλάμπουρο της γενιάς του Πολέμου.
ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΤΟΥ ΄40

Η παρουσίαση μιας τυπολογίας των θεμάτων, που κυρίως απασχόλησαν τη «γενιά του 1940», αναδεικνύει τον αντιφατικό ιδεολογικό πυρήνα της λυρικής πεζογραφίας. Βασικός θεματικός τόπος είναι η αντίθεση πόλη / ύπαιθρος. Η πρωτόγονη ζωή της επαρχίας, από όπου κατάγονται οι περισσότεροι από τους πεζογράφους της γενιάς του 1940, συγκρίνεται με τον αστικό πολιτισμό και προτείνεται ως καταφύγιο στον σύγχρονο άνθρωπο.

Γενικά το είδος της λυρικής πεζογραφίας συνδέεται με συγγραφείς που εκφράζουν μια ατομικιστική θεώρηση της ζωής. Το άτομο παρουσιάζεται απομονωμένο από την κοινωνία, να αδιαφορεί για την πολιτική, τα κοινωνικά ή ιστορικά δρώμενα. Αρκετοί όμως λυρικοί πεζογράφοι της δεκαετίας του 1940 ανατρέπουν το παραπάνω σχήμα, παίρνοντας θέση απέναντι στην εποχή τους και τις ιδεολογικές ζυμώσεις που λαμβάνουν χώρα. Στα έργα τους στο ειδυλλιακό πλαίσιο της επαρχίας συναντάμε το άδικο, κοινωνικές ανισότητες. Η επέλαση της ηθικής του κέρδους παρατηρείται και στο ιερό καταφύγιο του χωριού. Τότε κάποιοι ήρωες παρουσιάζονται να αντιδρούν. Η αντίδρασή τους ωστόσο πέφτει στο κενό.

Οι νεότεροι συγγραφείς συνεχίζουν τη γραμμή μιας χριστιανικού τύπου ηθογραφίας και ενός ποιητικίζοντος ρεαλισμού που έχει κάνει αισθητή την παρουσία του στη δεκαετία του 1920 με τον κύκλο των Ελληνικών γραμμάτων (Μπαστιάς, Κόντογλου, Αγγελική Χατζημιχάλη).

Μετά το 1945, εξυμνείται η συλλογικότητα και υιοθετείται ένας πατριωτικότερος αγωνιστικός τόνος που παντρεύεται συνήθως με το καθημερινό δράμα των απλών ανθρώπων που βίωσαν τον πόλεμο και συνδυάζεται με εικόνες απελπισίας και ηθικής αδυναμίας, όπως η λυρική νουβέλα του Νίκου Γαλάζη Η πίπα του πατέρα, η οποία εκδίδεται στα 1948, αλλά είναι γραμμένη το Καλοκαίρι του 1945, ή το μυθιστόρημα της Μόνας Μητροπούλου Απασιονάτα (1947). Τη δεκαετία του 1950 και αργότερα κυριαρχεί πλέον η απομυθοποίηση της αγωνιστικότητας. Στα διηγήματα του Τάκη Δόξα Πικρή Εποχή, 1950, η αναζήτηση της ατομικής ταυτότητας, η ματαιότητα και ο πόνος των ηρώων αμβλύνει τον επικό τόνο της αφήγησης του πατριωτισμού των Ελλήνων στα δύσκολα χρόνια του πολέμου. Στον Ταχυδρόμο του Άλκη Αγγελόγλου (1952) ο πόλεμος και η Αντίσταση έχουν ξεχαστεί, αποτελούν πια εθνική επέτειο, όπως η επανάσταση του 1821.

Δημοφιλής θεματικός τόπος είναι η επιστροφή στην παιδική ηλικία. Στον Έβδομο ουρανό (1943) του Γιάννη Αηδονόπουλου, την Πρώτη Άνοιξη (1944) του Αστέρη Κοββατζή, τους Πρώτους αποχωρισμούς (1947) του Κώστα Στεργιόπουλου, τη Φαντασία (1949) του Γιάννη Αγγέλου, ο κήπος ή το περιβόλι (σύμβολο της χαμένης παραδείσιας Εδέμ) παρουσιάζονται διφορούμενα, αποδίδοντας το παιχνίδι ανάμεσα στην ποίηση και στον ρεαλισμό, την επαφή των ηρώων που βρίσκονται στο κατώφλι της ενηλικίωσης με την υλική πραγματικότητα και το όνειρο. Συχνά ο κήπος αντικαθίσταται από το δάσος ή τον χωριάτικο κάμπο.

Η Ιστορία, το βίωμα του πολέμου και του εμφυλίου, το αίτημα της ελληνικότητας, οι χριστιανικές αρετές της εγκαρτέρησης και της αγνότητας επιδρούν και δικαιολογούν για άλλη μια φορά τον τρόπο με τον οποίο οι νεότεροι συμμορφώνονται ή απαντούν στο πρότυπο της μεσοπολεμικής Eroica και του εξωτικού περιβολιού που περιγράφεται εκεί. Τη «γενιά του 1940» τη χαρακτηρίζει μια πιο παραδοσιακή θεώρηση της εσωτερικότητας. Η αναζήτηση της ψυχής του κόσμου και του ατόμου συνδυάζεται με την έννοια της απλότητας, της σαφήνειας και της λογικής. Οι λυρικοί πεζογράφοι της δεκαετίας του 1940 καταδικάζουν ρητά ότι ανήκουν ή ότι απευθύνονται σε μια πνευματική ελίτ, σε έναν κύκλο μυημένων.

ΠΡΟΤΥΠΑ-ΕΠΙΡΡΟΕΣ

Η «λυρική ηθογραφία» του Παπαδιαμάντη, «ο  θαυμάσιος Καρυωτάκης», ο Τέλλος Άγρας, ο Ρώμος Φιλύρας προβάλλονται από τους ίδιους ως τα πρότυπά τους. Από τους ευρωπαίους λογοτέχνες ξεχωρίζουν τον Κνουτ Χάμσουν και δηλώνουν θαυμασμό για το έργο του νορβηγού νομπελίστα. Είναι διακριτή πάντως η τάση τους να ελληνοποιήσουν τα χαρακτηριστικά της χαμσουνικής αφήγησης, να τα προσαρμόσουν στον διδακτικό στόχο και ελληνολατρικό τόνο τηςλυρικής τους πεζογραφίας.

Στο παρελθόν επίσης, στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, μας οδηγούν τα ονόματα των Ιβάν Μπούνιν και Βλαντημίρ Κορολένκο. Οι θεματικές και ιδεολογικές ομοιότητες των έργων των δύο ρώσων προεπαναστατικών συγγραφέων με τα κείμενα της «γενιάς του 1940» είναι εντυπωσιακές. Η απεικόνιση της χωριάτικης ζωής, η ανάδειξη των κοινωνικών ανισοτήτων, η πίστη στις παραδοσιακές αξίες του χωριού, η ματαιότητα των εγκόσμιων και η άρνηση της κοινωνικής επανάστασης, όλα αυτά περνούν στα έργα του πιο γνωστού διδύμου της λυρικής πεζογραφίας του 1940, τους Αγγελόγλου- Κοββατζή.

 

ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΤΟΥ ΄40

Η απουσία συντονισμένης προσπάθειας υπό την πίεση των ιστορικών γεγονότων, τα οποία ανατρέπουν τις προσδοκίες τους, η αδυναμία τους να συγχρονιστούν με την εποχή τους, τα αισθητικά και ιδεολογικά ζητήματα που αυτή έθεσε, το γεγονός ότι υπερασπίζονται ξεπερασμένες αισθητικές φόρμες, όλα αυτά συντέλεσαν στην περιθωριοποίησή τους μέσα σε μια δεκαετία (1943- 1953). Η εμφάνιση τέλος νεότερων πεζογράφων στη δεκαετία του 1950 -όπως ο Ρόδης Ρούφος, ο Αλέξανδρος Κοτζιάς, ο Φραγκόπουλος ή ο Νίκος Κάσδαγλης, οι οποίοι στα έργα τους εκφράζουν δυναμικά τους προβληματισμούς των νέων της Κατοχής, χωρίς να υιοθετούν τη χαμηλόφωνη στάση των λυρικών πεζογράφων- αυτό το γεγονός συνέβαλε καθοριστικά στην λήθη της «γενιάς του 1940».

Κέλη Δασκαλά, Πανεπιστήμιο Κρήτης,  Από την αδημοσίευτη διδακτορική της διατριβή Η λογοτεχνική παραγωγή της «γενιάς του 1940» και η επιστροφή στην λυρική πεζογραφία (Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ρέθυμνο, Δεκέμβρης 2006).

 

Επιμέλεια άρθρου: Λεμονιά Μαντούβαλου, φιλόλογος.

Γραφείο Νεότητος Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών